30/12/08

Ζητήματα Ερμηνείας - Οι συμφωνίες Μπετόβεν

[Η σημερινή είναι η πρώτη μιας σειράς αναρτήσεων που θα αναφέρεται σε ζητήματα ερμηνείας.]

Οι συμφωνίες Μπετόβεν είναι από τα έργα που υπέφεραν περισσότερο ως προς την ερμηνευτική τους προσέγγιση. Δε γνωρίζουμε πώς παίχτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του συνθέτη, αλλά οι συνθήκες τότε, εξαιτίας του λίγο αριθμού προβών και του ερασιτεχνισμού των μουσικών, δεν ήταν οι καλύτερες. Μερικές δεκαετίες μετά τον θάνατό του αρχίζουμε να έχουμε τις πρώτες καλές ερμηνείες, αρχικά στο Παρίσι και μετά στο Λονδίνο.

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα καταλυτική στην προσέγγιση των συμφωνιών ήταν η επίδραση του ιδεαλισμού του Χέγκελ. Συνοπτικά, η ανθρώπινη ιστορία είναι μια συνεχής πορεία προς την πραγμάτωση του Ιδανικού, της Ιδέας. Κάθε εποχή έχει το πνεύμα της (Zeitgeist) και μελετώντας την ιστορία μπορούμε να συμπεράνουμε που οδηγείται το πνεύμα και ποια θα είναι η καταληκτική/ ιδανική πραγμάτωσή του. Κάπως έτσι ο Μαρξ συμπέρανε πως η τελική μορφή της ανθρώπινης κοινωνίας θα είναι ο σοσιαλισμός και αποφάσισε να επιταχύνει λίγο τη διαδικασία.

Στη μουσική, ο Βάγκνερ έπεισε τους πάντες πως η τελική και αξεπέραστη μορφή της μουσικής δημιουργίας είναι και θα είναι τα Μουσικά του Δράματα και όποιος δεν το καταλάβει και προσαρμοστεί, τόσο το χειρότερο γι' αυτόν. Φροντίζοντας ο ίδιος να συνδέσει τον εαυτό του με τους μεγάλους συνθέτες των προηγούμενων εποχών, των οποίων ο ίδιος αποτελούσε την κατάληξη βέβαια, έλεγε συχνά πως η ιδέα του Μουσικού Δράματος ξεκινά από το φινάλε της δεύτερης πράξης του Ντον Τζιοβάννι του Μότσαρτ και πως ο ίδιος ο Μπετόβεν στην Ένατη Συμφωνία απορρίπτει την οργανική μουσική για να δώσει την πρωτοκαθεδρία στην ανθρώπινη φωνή και επομένως να περάσει τη σκυτάλη, σε ποιον άλλον;, στον ίδιον τον Βάγκνερ. Και "ώ τι κρίμα!" οι καημένοι οι συνθέτες δεν έζησαν την εποχή που έπρεπε να ζήσουν, οπότε ας τους βοηθήσουμε λίγο και ας αποκαταστήσουμε τα έργα τους στην ιδανική τους μορφή. Γεμίστε δηλαδή τα έργα με παραπάνω κόρνα, χάλκινα, βάλτε σαράντα βιολιά να γρατζουνάνε, διπλασιάστε τα ξύλινα και άλλα τέτοια, που πηγαίνανε πολύ πιο πέρα από την απλή προσθήκη οργάνων. Από αυτήν τη διαδικασία καταλήξαμε να ακούμε την πέμπτη συμφωνία κάπως έτσι:



Παρατηρήστε στο 2'47'' τη χρήση οκτώ κόρνων!!! Στην παρτιτούρα ο Μπετόβεν γράφει τρία. Επίσης γράφει δύο φλάουτα, όμποε κτλ και όχι τέσσερα.

Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος και το είδος των επεμβάσεων αρκεί να κοιτάξει την εξαιρετική δίτομη έκδοση των συμφωνιών Μπετόβεν από τον Ιγκόρ Μάρκεβιτς. Στον πρώτο τόμο - ο δεύτερος περιλαμβάνει το μουσικό κείμενο - ο Μάρκεβιτς συγκεντρώνει μέτρο μέτρο τις επεμβάσεις που κάνανε οι μεγάλοι μαέστροι της εποχής του ως προς τη δυναμική, το τέμπο, την άρθρωση, την ενορχήστρωση κτλ.

(Υπάρχουν και οι συμφωνίες Μπετόβεν στην ενορχήστρωση του Μάλερ, αλλά δυστυχώς δεν τις έχω ακούσει, οπότε δεν μπορώ να σχολιάσω).

Τα τελευταία σαράντα χρόνια, το κίνημα της ιστορικά ορθής ερμηνείας έχει κάνει πολλά για να αποκαταστήσει τις αρχικές επιθυμίες του συνθέτη. Ακούσαμε τις συμφωνίες με λιγότερα έγχορδα, λιγότερο βιμπράτο, τον σωστό αριθμό κόρνων, τα αρχικά φρασαρίζματα/ αναπνοές. Σήμερα υπάρχουνε πολύ καλύτερες συγκριτικές εκδόσεις των έργων. Οι μουσικολόγοι έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά. Ακούμε και καταλαβαίνουμε τη μουσική διαφορετικά πλέον και τολμώ να πω καλύτερα (Αυτό σηκώνει μεγάλη συζήτηση, αλλά κάντε υπομονή, έχουμε αρκετές αναρτήσεις μπροστά μας). Βέβαια, τώρα αρχίζουμε να πηγαίνουμε σε κάποιο άλλο άκρο. Για παράδειγμα, ο Ρατλ έπαιξε πέρυσι τις συμφωνίες με τη Φιλαρμονική του Βερολίνου προσθέτοντας σε αρκετές περιπτώσεις κόντρα φαγκότο, γιατί, σύμφωνα με κάποια παλιά πρακτική, το όργανο αυτό συμπεριελμβανόταν στις εκτελέσεις χωρίς να υποδεικνύεται στην παρτιτούρα (;).

Τη δεκαετία του '9ο, ο John Eliot Gardiner ηχογράφησε για την Deutsche Grammophon τις συμφωνίες με όργανα εποχής. Στα cd συμπεριέλαβε και μία πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει κανείς όταν καλείται να ερμηνεύσει τις συμφωνίες Μπετόβεν:



Κλείνοντας θα σας βάλω να ακούσετε δύο διαφορετικές, ιστορικά πιστές ερμηνείες του α' μέρους της Ποιμενικής. Η πρώτη είναι του Gardiner:



Και η δεύτερη με τον Harnoncourt, με τον οποίο ξεκινάει ουσιαστικά η ιστορικά πιστή ερμηνεία και έναν από τους πιο σεβαστούς μουσικούς σήμερα. (Ο Harnoncourt δε χρησιμοποιεί όργανα εποχής και το κούρδισμά του είναι το μεταγενέστερο ψηλότερο):



Ποια σας αρέσει περισσότερο;

Συμπληρωματικά

Υπάρχουν δύο ζητήματα, δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα τα οποία καλό είναι να θιγούν. Το πρώτο είναι το ζήτημα του τέμπο. Ο μετρονόμος Μέλτσελ (ΜΜ στην αρχή κάθε έργου) εφευρέθηκε το 1816 και ο Μπετόβεν ήταν ο πρώτος συνθέτης που άρχισε να δίνει μετρονομικές οδηγίες. Όσο καιρό ακούγαμε Μπετόβεν στην ρομαντική του εκδοχή τα τέμπι που υποδείκνυε ο Μπετόβεν ήταν απλώς αδύνατα. Συγκρίνετε οποιαδήποτε ερμηνεία από Φουρτβένγκλερ, Κάραγιαν ή κάποιον άλλον παλιό μαέστρο και θα δείτε πως τα τέμπι τους είναι πολύ βραδύτερα από αυτά που υποδεικνύει ο Μπετόβεν. Η διαφορά αυτή, όπως και η επόμενη, δικαιολογούνταν ως εξής: Ο Μπετόβεν το 1817 ήταν ήδη κουφός και δεν είχε ακριβή αντίληψη της μουσικής του. Μόλις τα τελευταία τριάντα χρόνια, όταν δηλαδή αραιώσανε οι ορχήστρες και άρχισαν να χρησιμοποιούνται οι παλιές τεχνικές δοξαριού ακούστηκαν οι συμφωνίες με τα τέμπι του συνθέτη.

Το δεύτερο παράδειγμα, άλλη μια περίπτωση κωφώσης, έχει να κάνει με την επανέκθεση του α' μέρους της όγδοης συμφωνίας. Εκεί το θέμα παρουσιάζεται από τα τσέλα και τα κοντραμπάσα, ενώ τέσσερεις οκτάβες πιο πάνω τα βιολιά παίζουν τρέμμολο σε fff. Εννοείται πως το θέμα είναι αδύνατο να ακουστεί. Το τι επεμβάσεις έχει υποστεί το συγκεκριμένο σημείο δε λέγεται. Και πάλι, μόνο τελευταία σκεφτήκαμε πως ενδεχομένως ο Μπετόβεν ήθελε ακριβώς αυτό το εφφέ και ακούσαμε επιτέλους διαφορετικά αυτό το σημείο.

27/12/08

Κεφτεδάκια à la Chef

Αγαπητές φίλες και... φίλοι (πανάθεμά σας),
μέρες που είναι αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας μια από τις κλασικές συνταγές μου, τα κεφτεδάκια à la Chef (και όχι αυτήν την απατεωνιά που είχε ανεβάσει παλιότερα το αδέσποτο). Θα σας περιγράψω τη συνταγή στο γνωστό, λακωνικό μου ύφος.

Υλικά

1/3 kg μοσχαρίσιο κιμά
1/3 kg σιλικόνη σε σκόνη
2 κουταλιές ζωμός τομάτας (προαιρετικά)
6 φρυγανιές τριμμένες
1 μεσαίο κρεμμύδι
2 σκελίδες σκόρδο
κάπαρη
Μπαχάρι
Κύμινο - Κανέλα (προαιρετικά)
1 αυγό
1/2 kg φέτες ροκανίδια
νερό

Προετοιμασία

1. Ψιλοκόβετε το κρεμμύδι και το σκόρδο, αν μπορείτε, αλλιώς στο multi για να τελειώνετε.

2. Πίνετε ένα σφηνάκι τεκίλα.

3. Ρίχνετε τον κιμά, τη σιλικόνη, το ζωμό τομάτας, τις φρυγανιές, το σκόρδο, το κρεμμύδι, την κάπαρη και τα μπαχαρικά σε ένα μεγάλο μπωλ και ανακατεύετε μέχρι να δέσουν. Μη ρωτάτε πόση ώρα χρειάζεται. Όση ώρα χρειάζεστε με τα ξερά σας.

4. Πίνετε ένα σφηνάκι βότκα.

5. Αφήνετε το μείγμα για περίπου 30'.

6. Πίνετε ένα ποτηράκι ούζο ή ένα ποτηράκι ρακί αν προτιμάτε.

7. Ρίχνετε το αυγό, χωρίς τα τσόφλια, εννοείτε, μαζί με τα ροκανίδια σε ένα μπωλ και ανακατεύετε όση ώρα χρειαστεί, μέχρι να ποτίσουν καλά τα ροκανίδια.

8. Πίνετε ένα σφηνάκι ζαμπούκα.

9. Πλάθετε τα κεφτεδάκια.

10. Επειδή το τελευταία βήμα μπορεί να σας πάρει ώρα, καλύτερα να έχετε ένα Bloody Mary έτοιμο για τις στιγμές που καταπονούνται οι μεις σας από το πλάσιμο και χρειάζεστε κάτι μυοχαλαρωτικό.

11. Προθερμαίνετε το λάδι στους 120°C για 7'.

12. Αν τελείωσε το Bloody Mary, συνεχίστε με μοχίτο.

13. Βουτάτε τα κεφτεδάκια στο αυγό και τα ροκανίδια και τηγανίζετε. Γυρίζετε συχνά τα κεφτεδάκια και τηγανίζεστε μέχρι να πάρουν τα ροκανίδια ένα ζεστό καφετί χρώμα.

14. Σβήστε με κρασί, όχι τα κεφτεδάκια, το μοχίτο.

15. Σερβίρετε.

Το αποτέλεσμα μπορείτε να το δείτε παρακάτω:



Μπορεί να μην τρώγoνται, κάνουν όμως υπέροχα μπαλάκια του τέννις.



24/12/08

Ευγενία Μανωλίδου

Άκουσα πρώτη φορά για την κ. Ευγενία Μανωλίδου με αφορμή την συζήτηση που προκάλεσε η τηλεοπτική της εκπομπή. Δεν ήξερα πως πρόκειται για μια συνθέτρια που είχε ήδη εμφανιστεί ως μαέστρος σε μερικές πολύ σημαντικές αίθουσες συναυλιών. Και δεν είχα ακούσει καθόλου μουσική της. Κατά τύχη μια μέρα ένας φίλος που γνωρίζει τα ενδιαφέροντά μου, μου χάρισε ένα δίσκο της. Ήταν το "Ελλήνων Ύμνοι". Όλα όσα είχα ακούσει γι' αυτήν είχαν ήδη εξάψει την περιέργειά μου, οπότε έβαλα το cd στον player.

Από την αρχή η μουσική της προκάλεσε το ενδιαφέρον μου. Ήταν ένα υβρίδιο από γνωστά είδη, όμως παρόλα αυτά είχε ένα προσωπικό στίγμα, μια προσωπική καλλιτεχνική άποψη, ένα όραμα. Θα σας βάλω πρώτα να ακούσετε το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, το "Νόμου και Νεμέσεως", και θα σχολιάσω μετά κάποια στοιχεία που αντικατοπτρίζουν όλο το συνθετικό στυλ της.



Όπως ακούσατε, η έμπνευσή της προέρχεται από την αρχαιοελληνική μουσική και επιλέγει την τροπική μουσική γλώσσα. Καταλαβαίνω την απογοήτευσή της, γιατί τα όργανα της ορχήστρας δεν μπορούν να αποδώσουν τα μικροδιαστήματα των αρχαιοελληνικών τρόπων, όμως οι τρόποι που χρησιμοποιεί είναι ό,τι πιο κοντινό υπάρχει. Το ύφος της θα το χαρακτήριζα επικολυρικό. Προσπαθεί από τη μία να αποδώσει τον ηρωισμό και από την άλλη την πιο ανθρώπινη πλευρά αυτού που κατανοούμε ως αρχαία Ελλάδα. Δε φαίνεται να υπάρχει μοτιβική επεξεργασία, αλλά αυτό στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι αρνητικό. Φαίνεται πως είναι συνειδητή συνθετική επιλογή. Η Μανωλίδου αποφασίζει να αφήσει τη μοτιβική επεξεργασία κατά μέρους με σκοπό να τονίσει περισσότερο τη μελωδική/ λυρική πλευρά της. Στο βαθμό που αυτό εξυπηρετεί τη μουσική, δεν είναι αρνητικό. Εδώ νομίζω βρίσκεται και ένα από τα δυνατά της σημεία. Ενώ όταν γράφει για την ορχήστρα παρατηρώ μερικές κοινοτοπίες, όταν γράφει για φωνή φαίνεται πως η φαντασία της είναι περισσότερο απελευθερωμένη.

Η ενορχήστρωσή της επίσης δείχνει μερικά σημάδια πρωτοτυπίας και ευφάνταστων συνδυασμών οργάνων. Από αυτά που ακούω, πρέπει να έχει μελετήσει τη βαγκνερική ενορχήστρωση, λογικό θα μου πείτε, εφόσον θέλει να πετύχει ανάλογα επικά ηχητικά εφέ. Η ρυθμολογία της επίσης είναι επηρεασμένη από τους αρχαίους μετρικούς τρόπους, κάτι που με πείθει πως η αγάπη της για την αρχαία Ελλάδα δεν είναι καθόλου επιφανειακή. Οι δύο τραγουδιστές ανταποκρίνονται στη δυσκολία των μερών του και το συνολικό επίπεδο της παραγωγής είναι επαγγελματικό.

Αν σας φαίνεται η κριτική μου λίγο συγκρατημένη, οφείλεται στο ότι, μολονότι αναγνωρίζω πως η Μανωλίδου έχει μια γνήσια μουσική φλέβα και πως το έργο της παρουσιάζει ωριμότητα, δε νομίζω πως έχει φτάσει ακόμη την κορύφωση της παραγωγής της. Βρίσκεται όμως σε πολύ καλό δρόμο. Περιμένω πολλά πράγματα από αυτήν στο μέλλον.

23/12/08

Η τρελή φαντασίωση του Rowlf

Ας αφήσουμε τα πιο σοβαρά (λέμε τώρα) για αργότερα…

Όχι, αγαπητοί αναγνώστες, μη μου λακίσετε. Δεν πρόκειται να αποκαλύψω τις σεξουαλικές μου φαντασιώσεις και να σας φρικάρω τελείως.

Όπως όλοι ξέρετε αύριο το πρωί, παραμονή Χριστουγέννων, βγαίνουν παγανιά οι καλικάντζαροι, δηλαδή τα παιδάκια, να πουν τα κάλαντα. Τέτοιες μέρες τα νεύρα του φτωχού Rowlf γίνονται τσατάλια, κορδέλες κτλ Το κάθε βλαμμένο θα πιάσει το τσίγκινο τρίγωνό του και θα πάρει σβάρνα να τρομοκρατήσει τη γειτονιά με την ερμηνευτική του ταλεντάρα, με φωνή τόσο φάλτσα και στριγκή που ρίχνει μπεκάτσα ανάσκελα (για να μη σχολιάσω και το αριστουργηματικό ρεπερτόριο).

Καθώς μου χτυπούν την πόρτα και ακούω το "να τα πουυυύμε;" φαντασιώνω ότι ανοίγοντας δε θα αντικρίσω τους συνήθεις υπόπτους αλλά θα ξεκινήσει αυτό:

22/12/08

Ο Νίκος Δήμου ξαναχτυπά

Ήταν να βάλω άλλη ανάρτηση, αλλά με πρόλαβε ο Νίκος Δήμου.

Δεν ξέρω τι έχει πάθει τελευταία ο Νίκος Δήμου, αλλά έχει γράψει μερικά ―για να το θέσω ήπια― αμφιλεγόμενα κείμενα. Ο cobden στο ιστολόγιό του αναφέρεται στα πιο "πολιτικά" από αυτά, εμείς εδώ έχουμε σχολιάσει τα πιο "πολιτιστικά".

Τώρα πάλι ανέβασε στο site του αυτό. Μια από τα ίδια. Έχουν ειρωνική διάθεση αυτά, όπως θέλησε να τα διαβάσει ο Statler, ή τα εννοεί στα σοβαρά; Το ότι επιμένει να τα εκφράζει με τον ίδιο τρόπο με κάνει να πιστεύω το δεύτερο. Κρίμα…

21/12/08

Οι συνταγές του Chef

Μπήκα στην κουζίνα του μάγειρα και του έκλεψα μερικές από τις μυστικές του συνταγές, Κοτόπουλο με Ουΐσκι και ένα ελαφρύ γλυκάκι. Σας τα δίνω ακριβώς όπως τα σημειώνει και τα διδάσκει ο μέγας τεχνίτης:

Κοτόπουλο με Ουΐσκι

Αγοράζετε ένα κοτόπουλο 1200 γρ. και ένα μπουκάλι Ουίσκι
Προβλέψτε , αλάτι, πιπέρι ,ελαιόλαδο, και μπέικον σε λωρίδες

Για καλό και για κακό βεβαιωθείτε ότι έχετε και ένα βάζο μαγιονέζα

Τυλίξτε το κοτόπουλο με τις λωρίδες, αλατοπιπερώστε, και ρίξτε μία υποψία ελαιόλαδου

Προθερμάνετε τον φούρνο σε μεσαία θερμοκρασία, (220 βαθμοί ή θερμοστάτης στο 5 ) για 10 λεπτά
Σερβιριστείτε ένα ποτήρι Ουίσκι και πιείτε το

Βάλτε το κοτόπουλο στον φούρνο αφού πρώτα το τοποθετήσετε σε κατάλληλο σκεύος

Βάλτε και πιείτε ακόμα ένα ποτήρι Ουίσκι
Επαναλάβατε αυτό το βήμα άλλες δυο φορές

Μετά από ένα τέπαρτο φουρνίστε το ανοιγμα για να επιγλέψετε το κλείσειμο του ψοτόπουλου

Λιάστε ξανά το ουικάλι του Μπίσκη και καπιατήτε μια καλή λουγία

Μετά απο ένα κετα.. οχι πέταρτο της ώρας, αργότερα τελος πάτνων ....
κλιτρίστε μέχρι τον μπούρνο
ανοίφτε την χόρτα, ξεγυρνίστε, απαναδονήστε
βάλτε τελος παντων το φωτόπουλο απ την αλλη

καφήστε σε μια λωκο καλέκρα και καβετάστε κανα'δυό φατήρια Κίσκη αμόκα

Νυστε, λυστε ψηστε το κουφόλουπο για μιση φώρα ακόμα .

3 λοτήρια αρφότερα ....

Ζαμέψτε το γατόπουλο απο χαμω, (επεσε το μακαλισμένο) , καφαρίστε το, και γάλτε το σε μιάτο

Φτάτε τα κούτρα σας απο το νέσιμο στο κάτωμα απ τα γάδια που μυθικαν στα κλαπάκια της μουζινας

μην αποχειραθητε να κησωθειτε, μια φαρά ειμαστε εδω μάτω
απομελειώστε το δουκάλι του Ρίσκι

αργόμπερα σαρθήτε ως το κρεμάτι και κοιθωμητε ως το χρωι
Την επομενη μέρα , παρτε ένα αλκα σελτζερ
Πηγαινετε να φάτε κρύο kοτόπουλο με μαγιονεζα
και καθαρίστε το μπουρδέλο που δημιουργήσατε στην κουζινα



Όπως βλέπετε ο Chef στηρίζεται στην σκανδιναβική …χικ… παράδοση, με την οποία όμως συνδιαλέγεται δημιουργικά με νεωτερική διάθεση και νοοτροπία (πχ ουΐσκι αντί της παραδοσιακής βότκας) επινοώντας έτσι νέες, επαναστατικές γεύσεις και τεχνικές. Ας δούμε και το fusion dessert του (προωθημένη τεχνική μοριακής γαστρονομίας που θα ζήλευαν ακόμα κι oι Ferran Adria και Heston Blumenthal):

19/12/08

Was Jesus gay? (και άλλες αντιρρήσεις)

Προσθέτω στο πλάι στους συνδέσμους μου το site του Pat Condell και καθώς σε λίγο έχουμε Χριστούγεννα βάζω κι ένα ταιριαστό με την περίσταση κλιπάκι του Condell.



Κι επειδή στο blog αυτό μιλάμε κυρίως για μουσική το θέμα μου σήμερα είναι το τι έχει να πάρει, τι καταλαβαίνει, πως ακούει ένας άθεος (όπως εγώ) την θρησκευτική μουσική. Δεν είμαι σίγουρος ότι τα παρακάτω οδηγούν σε κάποιο συμπέρασμα ή ότι βγάζουν νόημα αλλά εν πάση περιπτώσει ειδικά σε αυτή την ανάρτηση δε με πολυνοιάζει κιόλας…

Αυτή τη φορά θα ακούμε τη μουσική εμβόλιμα· αν αυτό σας εμποδίζει να παρακολουθήσετε την υποτυπώδη ροή αυτής της ανάρτησης, αφήστε την (μαζί με τα σχόλια στις αγκύλες […]) για το τέλος· ξεκινούμε:

[Johann Sebastian Bach: το πρώτο Kyrie Eleison από τη Λειτουργία σε σι σε διδασκαλία και διεύθυνση του Sergiu Celibidache με τη Φιλαρμονική του Μονάχου και την χορωδία Bach του Γουτεμβέργιου Πανεπιστημίου του Mainz]

Διαφωνώ (εντόνως) σε πάρα πολλά με την ερμηνεία και την ανάγνωση του Celibidache, αλλά ένα σχόλιο του Chef (που είναι πιο ειδικός από μένα σε αυτά) όταν κατά την επίσκεψή μου του έβαλα να ακούσει με έβαλε σε σκέψεις. Οι αντιρρήσεις μου έχουν να κάνουν κυρίως με το ύφος και τις υπερβολικά αργές ταχύτητες της εκτέλεσης, περίμενα λοιπόν ότι ο Σεφ θα συμφωνούσε μαζί μου, αλλά τον βρήκα να ακούει με ενδιαφέρον την ανάγνωση του Celibidache· τελικά και ενώ έκοβε με χειρουργική ακρίβεια και δαιμονική ταχύτητα κάτι καρότα ζουλιέν γύρισε και μου είπε με ένα αινιγματικό χαμόγελο "γιατί δε σου αρέσει; είναι τόσο βαθειά και ταπεινή…". Τι ήθελε να πει ο σοφός μάγειρας (και ο Celibidache); Ίσως λοιπόν τα υπόλοιπα να είναι λάθος σε σχέση με το πως θεωρούμε γενικότερα ότι πρέπει να είναι οι εκτελέσεις των έργων της περιόδου (έτσι κι αλλιώς ακανθώδες και μεγάλο ζήτημα), αλλά μάλλον αυτό που ήθελε να πει ο Σουηδός (και να κάνει ο Celibidache) είναι ότι η εκτέλεση προσπαθεί να αποδώσει πέρα από τα τεχνικά και στιλιστικά την ουσία και την αιτία που γέννησαν αυτή τη μουσική: την θρησκευτική πίστη, την πνευματικότητα πίσω από τους ήχους…

Bέβαια αυτό είναι και πάλι προβληματικό κατά τη γνώμη μου: δε φτάνει η πνευματικότητα που έχει το ύφος της εποχής και η γραφή του συνθέτη, πρέπει για να είναι αρκούντως "πνευματικό" το αποτέλεσμα να παιχτεί με έναν τρόπο που πλησιάζει ένα υστερορομαντικό ιδεώδες. Δεν προσπαθούμε να καταλάβουμε τα εκφραστικά σχήματα και το μουσικό λόγο της περιόδου αλλά προσπαθούμε να τα φέρουμε στα μέτρα και τις αντιλήψεις μας. Σε κάθε περίπτωση όπως ήδη είπα το θέμα είναι τεράστιο. Όσο για το πόσο "ταπεινή" είναι η εκτέλεση: είναι τόσο ταπεινή όσο είναι ταπεινοί οι χριστιανοί εκείνοι―αν και όχι μόνον αποκλειστικά αυτοί― που μέμφονται τους άλλους για έλλειψη ταπεινότητας όταν τους υποδεικνύουν το απαράδεκτο των "αληθειών" των ιερών κειμένων τους· οι ίδιοι μέσα στην ταπεινοφροσύνη τους φαίνεται να γνωρίζουν πάρα πολλά. Όπου ταπεινή λοιπόν βάλτε υποκριτική. Σεμνή και ταπεινή σαν τον φουσκωμένο διάνο που έχουμε για πρωθυπουργό η εκτέλεση του Celibidache… έτσι εξηγούνται πολλά.



Καθώς λοιπόν ούτε εγώ ούτε ο μάγειρας πιστεύουμε σε θεούς και δαίμονες θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα: "…και τι σας συγκινεί εσάς σε αυτή τη μουσική;" (ερώτημα που μπορώ μια χαρά να επιστρέψω και στο οποίο περιμένω άκρως πειστική απάντηση: "πως σχετίζεται η συγκίνηση που πιθανόν σας προκαλεί αυτή η μουσική με τα θρησκευτικά σας πιστεύω;")

Από τη μια ίσως να μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι δε χρειάζεται να πιστεύω εις έναν Θεόν για να απολαύσω την έτσι κι αλλιώς υπέροχη μουσική του Bach, του Palestrina κτλ, η μουσική μπορεί να υπάρχει από μόνη της χωρίς την ανάγκη κάποιου context. Εδώ βέβαια αυτό είναι προβληματικό καθώς στη θρησκευτική μουσική υπάρχει το κείμενο που δεν μπορεί να αγνοείται έτσι απλά καθώς είναι μέρος, βάση και αφετηρία αυτής της μουσικής. Μάλιστα όπως έχει σχολιαστεί στις αναρτήσεις για τα τραγούδια το κείμενο και η μουσική σχετίζονται με τέτοιους τρόπους που συμπληρώνουν το ένα το άλλο.

Η πιο απλή εξήγηση που μπορώ να δώσω είναι ότι η συγκίνηση για μένα σε αυτές τις περιπτώσεις έρχεται κατ' αναλογίαν ή μέσω "μετάφρασης". Δηλαδή όπως και με το ότι είμαι gay άντρας δε σημαίνει ότι δε μπορώ να καταλάβω τα νοήματα του "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" και να συγκινηθώ από το έργο, έτσι μπορώ να βρω "ανάλογα" των αναγκών που εκφράζει η θρησκευτική πίστη. Όπως μάλιστα παρατήρησε με τα πολύ ωραία ερωτήματά του ο saetiger και έδειξε ο Tchaikovsky με την εισαγωγή του το έργο αυτό πιθανόν να βρίσκεται πιο κοντά μου από όσο μπορεί να μοιάζει αρχικά. Αλλά τελικά εκεί είναι η ουσία του πράγματος: υπάρχουν κάποια στοιχεία στην ανθρώπινη εμπειρία που είναι κοινά σε όλους μας· από εκεί μπορούμε να πιαστούμε για να κάνουμε συνδέσεις και αναγωγές.

[Ο Βρετανός John Tavener είναι από τις περιτπώσεις που παρά την προηγούμενη παρατήρηση έχω αδυναμία να καταλάβω. Ο αναβαπτισθείς Χ.Ο. (είχα δει και την ταυτότητά του, αλλά πληροφορούμαι ότι εσχάτως τα έχει κάνει κουλουβάχατα) άλλοτε με πείθει κι άλλοτε με απωθεί. Άλλοτε μοιάζει να εμφανίζεται μια υποψία πνευματικότητας στη μουσική του και άλλοτε απλά μιμείται αμήχανα και επιφανειακά το βυζαντινό μέλος. Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι το πιο ενδιαφέρον τμήμα ενός απελπιστικά βαρετού έργου, της δικής του εκδοχής του Ακάθιστου Ύμνου. Στο απόσπασμα από το The Protecting Veil που ακολουθεί, σόλο βιολοντσέλο παίζει ο Steven Isserlis, την LSO διευθύνει ο Gennadi Rozhdestvensky. Θα ήθελα πολύ να μάθω τη γνώμη σας, την εντύπωσή σας, για το αν σας μεταδίδει κάποια αίσθηση πνευματικότητας το συγκεκριμένο απόσπασμα]

Λοιπόν το ότι είμαι άθεος δε σημαίνει ότι δεν έχω βιώσει στιγμές τέτοιες που να φαίνεται ότι δίνουν νόημα στα πράγματα ή συγκινήσεις που να μοιάζουν υπερβατικές. Απλά δέχομαι αυτές τις εμπειρίες όπως είναι, δεν τις αποδίδω και δεν τις ερμηνεύω στηριζόμενος σε απίθανες υποθέσεις που ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος μπορεί να γνωρίζει.

Για το λόγο αυτό μου είναι εύκολο να συγκινηθώ π.χ. από ένα Requiem, η οδύνη του θανάτου και της απώλειας, ο φόβος, το δέος, είναι κάτι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπάρχει σε όλους μας. Δε χρειάζεται να είσαι καλός χριστιανός για να συγκινηθείς.

[Ορίστε και μια ακόμη δική μου γνήσια συγκίνηση ―μάλλον βιτσιόζικη: ακούτε παρακάτω το φινάλε της όπερας του Francis Poulenc, Διάλογοι Καρμηλιτισών (δεν του πέτυχε ο τίτλος). Είναι η σκηνή του αποκεφαλισμού των καλογριών· προσεύχονται καθώς πάνε για τη γκιλοτίνα ―προηγουμένως στην όπερα έχουν ακουστεί τρελές ατάκες του τύπου ότι το μαρτύριο είναι δώρο Θεού και άλλες παρόμοιες θεολογικές ψυχασθένειες (ακούγεται πάντως και η γκιλοτίνα, γαμάτο! όπερα splatter). Μεγάλη συγκίνηση λέμε (δε σας λέω τι είδους ακριβώς, μαντέψτε). Την Ορχήστρα της Όπερας της Λυών διευθύνει ο Kent Nagano]

Για παρόμοιους λόγους η αιτία εορτασμού των Χριστουγέννων είναι για μένα όλο και περισσότερο ένα άξιο απορίας τελετουργικό πρωτόκολλο του ιερατείου… Ειλικρινά όμως, δε μπορώ να καταλάβω σε τι συνίσταται η συγκίνηση, η και καλά χαρά της γέννησης του χριστούλη (μη μου αρχίσετε θεολογικές αρλούμπες, τζάμπα κόπο θα κάνετε). Πραγματικά δεν ξέρω πως να διαχειριστώ έργα όπως το Μεσσία του Handel. Δε μου λένε τίποτα. Δε βρίσκω κάποια πνευματική συγκίνηση πίσω από αυτή τη μουσική. Είναι μια μουσική σαν τις άλλες, δεν μπορώ να διακρίνω κάποια ιδιαίτερη σημασία (πέρα από τη φόρμα και διάφορα άλλα εξωτερικά στοιχεία). Βέβαια τα ορατόρια είναι πάνω-κάτω μια μπάσταρδη κατάσταση μεταξύ θρησκευτικής και κοσμικής μουσικής, αλλά η θεματολογία είναι θρησκευτική. Θα περίμενα κάτι ουσιαστικό που να τη διαχωρίζει από την καθαρά κοσμική ―τη λέξη κι αυτή― μουσική (γιατί πχ ακόμα και στον Ρωμαίο και Ιουλιέτα ―αναφέρω αυτό μια που είναι πρόσφατο― υπάρχουν κι άλλα στοιχεία πέρα από το αφηρημένο μουσικό κείμενο που με συγκινούν που αντίστοιχα δεν βρίσκω στο Μεσσία).

Δωράκι για το τέλος ο λατρεμένος μου Stephen Fry σε ένα χριστουγεννιάτικο επεισόδιο του εξαιρετικού QI (αν δε ξέρετε το QI να το ψάξετε στο YouTube —σκέτη απόλαυση):



Και μια πρόταση για δώρο: ένα απολαυστικότατο βιβλίο που διάβασα τελευταία (βοήθειά μας).

(Για το πως ο άθεος Benjamin Britten υπονομεύει και ειρωνεύεται πικρά το λατινικό κείμενο της νεκρώσιμης λειτουργίας στο Πολεμικό Ρέκβιέμ του αξίζει να γίνει χωριστή ανάρτηση ίσως στη σειρά των τραγουδιών).

Έκτακτο παράρτημα: Επαγγελματίες και ερασιτέχνες (the sequel)

Ο Statler το έγραψε ως σχόλιο στην ανάρτησή του για τον Gilbert Kaplan, αλλά θεωρώ ότι αξίζει δική του ανάρτηση όπότε αντιγράφω κι εδώ το σχόλιό του:

"Το θέμα έχει ενδιαφέρουσα συνέχεια. Δείτε τι του προσάπτουν οι μουσικοί."

16/12/08

Αναφορά pop - μονομαχία κιθαριστών και ένα υπέροχο spiritual

Από την ταινία Crossroads - μου αρέσει πάρα πολύ (και γι' αυτό κυρίως το βάζω) το spiritual "Hush! Somebody's Calling My Name" (που ξεκινά στο σημείο 00'47"), δυστυχώς δεν κρατά πολύ και παρεμβάλλεται και συνομιλία μεταξύ των πρωταγωνιστών.



Αφιερωμένο εξαιρετικά σε γνωστό blogger, του οποίου το γούστο συχνά αμφισβητούν οι σχολιαστές του.

15/12/08

Romeo & Julian

Με τον Tchaikovsky είχα/έχω περιπετειώδη σχέση. Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε (νομίζω ότι είναι αναπόφευκτο οι μελωδίες του να έχουν σουξέ σε όλους τους νεαρούς σπουδαστές κλασικής μουσικής). Μετά, κατά την εφηβεία, όταν άρχισα να ανακαλύπτω τη σύγχρονη μουσική, τον απέρριψα μετά βδελυγμίας. Ήταν φανερό ότι με τις μελωδίες του κατέφευγε σε φθηνούς συναισθηματισμούς, έγραφε μουσική επιπέδου Άρλεκιν, δεν ήταν σοβαρός συνθέτης που αποδεικνύεται εξάλλου από το πόσα κλασικά εικονογραφημένα έχει γράψει (υπήρχε βέβαια πάντα πολύ ενοχλητική κάπου στο βάθος η 6η συμφωνία να ενίσταται για αυτόν τον τελευταίο χαρακτηρισμό, αλλά έκανα πως δεν πρόσεχα). Τώρα σταδιακά τον επανεκτιμώ όλο και περισσότερο.

Το plus πια για μένα στην υπόθεση είναι ότι ο Tchaikovsky είναι ο πιο επιφανής gay συνθέτης στην ιστορία της μουσικής και από πολλούς μάλιστα έχει φτάσει να αντιμετωπίζεται ως ένα είδος gay μάρτυρα (ξέρω, πολύ camp το τελευταίο, αλλά συμβαίνει). Είχα διαβάσει πριν πολύ καιρό το βιβλίο του Dominique Fernandez "Η αρπαγή του Γανυμήδη"· μέρος του βιβλίου αναφέρεται στο πως ομοφυλόφιλοι καλλιτέχνες σε εποχές που δεν μπορούσαν να εκφραστούν ανοιχτά παρουσίαζαν συγκαλυμμένα αυτά που ήθελαν να πουν. Δυο κεφάλαια του βιβλίου αφορούν στη μουσική και εκεί γίνονται και οι σχετικές αναφορές  στον Tchaikovsky. Ο δε Fernandez κατόπιν έγραψε το "Δικαστήριο Τιμής" μια μυθιστορηματική βιογραφία που επιχειρεί να δώσει μια εξήγηση για τις εξαιρετικά μυστηριώδεις συνθήκες θανάτου του συνθέτη. Σας συστήνω αμφότερα τα βιβλία.

Ένα λοιπόν από τα "μεταμφιεσμένα" έργα του είναι η Εισαγωγή-Φαντασία Ρωμαίος και Ιουλιέτα που υπήρξε μια από τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες του συνθέτη. Εκείνη την περίοδο ο Tchaikovsky δίδασκε στο Ωδείο της Μόσχας (που σήμερα φέρει το όνομά του) ήταν 29 ετών και αν είχε κάποιες ερωτικές εμπειρίες αυτές ήταν ελάχιστες (που να τολμήσει κανείς εκείνη την εποχή στην ορθόδοξη τσαρική Ρωσία· ακόμα και σήμερα η ομοφυλοφιλία του συνθέτη αντιμετωπίζεται ―υπάρχουν ακόμα κάποιοι λίγοι ξεροκέφαλοι που την αρνούνται παρά τα άφθονα αντίθετα στοιχεία― από τους ρωσικούς μουσικούς κύκλους στην καλύτερη ως ένα ιδιαίτερα αμήχανο και ατυχές γεγονός). Στο ωδείο λοιπόν γνώρισε ένα σπουδαστή, τον αρκετά νεότερό του μπασοβαρύτονο Έντουαρντ Ζακ. Η έλξη τους ήταν σφοδρή και αμοιβαία.

Ο τίτλος της εισαγωγής και το πρόγραμμα του έργου μπορεί να παραπέμπουν στη σαιξπηρική τραγωδία, αλλά όπως αποκαλύπτει ο ίδιος ο Tchaikovsky το έργο είναι μια μουσική ερωτική επιστολή στον αγαπημένο του. Το μουσικό θέμα της σύγκρουσης των Μοντέγων και των Καπουλέτων, το πρώτο από τα δυο βασικά θέματα του έργου, με το οποίο γίνεται μια πρώτη κορύφωση της μουσικής εκφράζει στην πραγματικότητα τη σύγκρουση του συνθέτη με την κοινωνική ηθική της εποχής, ενώ το δεύτερο θέμα, του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, που ακολουθεί και είχε εντυπωσιάσει αλλά και σοκάρει το κοινό της εποχής με τον διάχυτο αισθησιασμό και την προφανή σεξουαλική έκφραση που δεν είχε προηγούμενο στη μουσική θα είχε σίγουρα προκαλέσει απίστευτο σκάνδαλο αν μπορούσαν οι ακροατές τότε έστω να υποπτευθούν ότι είχε ως πηγή έμπνευσης δυο άντρες. Λίγο αργότερα κι ενώ η σχέση τους βρίσκεται στην κορύφωσή της σε μια τραγική εξέλιξη που παραπέμπει στο σαιξπηρικό δράμα ο νεαρός τραγουδιστής αυτοκτονεί υπό περίεργες συνθήκες. Ο Tchaikovsky μάλλον δεν ξεπέρασε ποτέ το θάνατό του.

Στην εκτέλεση που σας βάζω παρακάτω ο Claudio Abbado διευθύνει την Συμφωνική του Σικάγο. O Abbado είναι μέγας, αλλά η συγκεκριμένη ηχογράφηση δεν είναι και ό,τι καλύτερο κυκλοφορεί. Δυστυχώς αυτή διαθέτω. Πάντως υπάρχουν να βρείτε πολύ καλύτερες εκτελέσεις.


(Η πρώτη φορά που άκουσα αυτή τη μουσική ―για την ακρίβεια απόσπασμα από το ερωτικό θέμα― ήταν όταν ήμουν μπόμπιρας και έβλεπα τα στρουμφάκια! το θέμα αυτό, μαζί την ημιτελή του Σούμπερτ, τα Tuilleries από τις Εικόνες από μια Έκθεση και μερικά άλλα ήταν στο sountrack)

8/12/08

Όταν ο Rowlf μάθαινε μουσική

Κυκλοφορούν διάφορα ανέκδοτα για τη ζωή του rowlf πριν τον πάρουμε στο muppet show και γίνει σκύλος. Κάποια είναι καλύτερα να μείνουν μεταξύ μας. Από τα υπόλοιπα, το αγαπημένο μου είναι το παρακάτω:

Μια μέρα μπαίνει ο rowlf με τον Charlie, το τότε αφεντικό του, σε ένα μπαρ. Τώρα για να καταλάβετε, ο Τσάρλι ήταν εντελώς λέρα τύπος, κοιλαράς, που δεν έχανε καμιά ευκαιρία για ένα ποτό, αν ήταν δε και δωρεάν ακόμη καλύτερα. Μπαίνουνε στο μπαρ που λέτε και λέει ο Τσάρλι του μπαρμαν:

- Ο μούργος μου απο δώ ξέρει τα πάντα γύρω από κλασική μουσική.
- (Βαρεμένα) Ναι.
- Αλήθεια σου λέω. Τι στοίχημα πας;
- Θα σε κεράσω μια μπύρα αν απαντήσει έστω σε μια ερώτησή μου.
- Έγινε.

Γυρνάει ο μπάρμαν στον rowlf και του κάνει:

- Για λέγε ρε, ποιος είναι ο μεγαλύτερος πολυφωνικός συνθέτης;
-Μπαχ, γαβγίζει ο rowlf.
-Τι λες ρε, μας δουλεύει; κάνει ο μπαρμαν του Τσάρλι. Αυτός εδω απλώς γαβγίζει, που μεταξύ μας, τόση σχέση έχει το γάβγισμα του rowlf με κάποια ανθρώπινη γλώσσα, όση έχουν αυτά που λέω εγώ με τα σουηδικά.
- Όχι ρε, κανονικά μιλάει, κάνει ο Τσάρλι. Μπαχ είπε.
- Ποιον δουλεύεις ρε;
- Ρε, αλήθεια σου λέω. Έλα, ρώτα τον κάτι ακόμη αν δε με πιστεύεις. Ρώτα.

Κοιτάει καχύποπτα ο μπάρμαν, μια τον rowlf, μια τον Τσάρλι, ξανά τον rowlf, που είχε βγάλει τη γλώσσα έξω και τον κοιτούσε με εκείνο το χαζοαθώο βλέμμα. "Άντε καλά" σκέφτεται και ξαναρωτάει:

-Ποιος είναι ο σημαντικότερος συνθέτης ληντ του τέλους του 19ου αιώνα;
-Βολφ, γαβγίζει ο rowlf.

Τα παίρνει ο μπαρμαν:

-Ρε, άντε από δω, που μας το παίζεις έξυπνος. Του 'μαθες δυο τρόπους να γαβγίζει και ήρθες να κερδίσεις τζάμπα μπύρα.
-Μα καλά, είσαι με τα καλά σου; απαντά περήφανα ο Τσάρλι. Τον άκουσες μια χαρά. Βολφ είπε και έχει και δίκιο. Κέρνα.
-Βολφ, ξαναγαβγίζει ο rowlf.
-Κοίτα, δε θα μας μάθεις εσύ τη δουλειά μας. Έξυπνο σκύλο έχεις, αλλά μπύρα δεν κερνάω, που να κουρεύεσαι.
- Απάντησε Βολφ, το ξέρεις, το άκουσες και θα κεράσεις.
-Δε έχει.
-Σε προκαλώ ρε. Ρώτα τον άλλη μία, σίγουρος ο Τσάρλι.

Ο rowlf κουνούσε χαρούμενος το κεφάλι. Τον κοιτάει στα μάτια ο μπάρμαν και τον ρωτάει:

- Ποιος είναι ο σημαντικότερος Γερμανός συνθέτης του μεσοπολέμου;
- Ορφ.

- Άει στο διάολο ρε, που με κοροϊδεύετε τόση ώρα, και τους πετάει έξω.

'Εξω από το μπαρ ο rowlf, που δεν είχε καλοκαταλάβει τι είχε συμβεί, βλέπει τον Τσάρλι που τον κοιτούσε με κατεβασμένα μούτρα και του κάνει:

- O Χίντεμιτ;

6/12/08

Την παρτιτούρα ανάποδα

Να ξεφύγουμε λίγο από τις παραλλαγές, αλλά να μείνουμε στον Bach και το πιάνο.

Γιος γνωστών μου κάνει ιδιαίτερα πιάνου με δάσκαλο από τα υποτίθεται μεγάλα ονόματα στη Θεσσαλονίκη που είναι επίσης Επίκουρος στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης & Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας (ποιος να 'ναι; ποιος να 'ναι;)· εννοείται ότι χρυσοπληρώνουν τα μαθήματα.

Με παρακάλεσαν λοιπόν και μου τον 'φεραν να τον ακούσω. "Τι μελετάς;" τον ρωτάω. "…από τις Γαλλικές Σουΐτες Μπαχ την ντο ελάσσονα" μου απαντάει. "Πολύ ωραία, για ξεκίνα", "Να παίξω τη Gigue που μου αρέσει;" "όπως θέλεις". Ξεκινάει το παιδάκι κι εγώ έχω μείνει μαλάκας από αυτό που ακούω. Τον σταματάω. "Γιατί σταματάς έτσι και γιατί κάνεις αυτούς τους τονισμούς; Ποιος σου είπε να το κάνεις έτσι;" "ο δάσκαλός μου" λέει και ανοίγει την παρτιτούρα όπου βλέπω σημειωμένες με μολύβι τις ακόλουθες υποδείξεις αναπνοών.


Λέω στον μικρό, "εκτός που χαλάει η συνέχεια της μουσικής έτσι κάτσε βρε λίγο και σκέψου: Η gigue είναι χορός. Σηκώνουμε πόδια, κατεβάζουμε πόδια. Αν κάνεις εκεί που κάνεις αναπνοή, θα μείνουν οι άλλοι με τα πόδια στον αέρα. Χωρίζεις το λεβάρε από τη θέση". Με κοιτούσε ο πιτσιρίκος λες και μίλησα κινέζικα "…μα έτσι μου το έδειξε…" αμφισβητούσα την αυθεντία του δασκάλου. Που να έπιανα και τα τεχνικά (όπου να 'ναι πήγαιναν χέρια πόδια). Εύχομαι μια μέρα να καταλάβει γιατί έχει ταλέντο…

Όσο για τον δάσκαλο δεν ξέρω που διδάσκει, τι χαρτιά, τι τυπικά προσόντα έχει και από που τα αγόρασε. Αυτό για το οποίο είμαι 100% σίγουρος είναι ότι αυτός που τα σημείωσε αυτά στην παρτιτούρα δεν καταλαβαίνει μουσική που να πάει η ίδια αυτοπροσώπως (που λέει κι ο un certain plume) και να τον χαστουκίζει με τις ώρες. Κι ανάποδα να του βάλουν την παρτιτούρα ίδια θα του φαίνεται.

Κι άλλες παραλλαγές Goldberg - από τον Andras Schiff και τον Μurray Perahia

Κι άλλη μια εκτέλεση του έργου που θεωρείται σημαντική.





Η τελική κρίση στους αναγνώστες - παρ' εκτός κι αν έχουμε κι άλλες προτάσεις.

UPDATE μετά το σχόλιο του un certain plume, τον οποίο ευχαριστούμε!

















5/12/08

Παραλλαγές Goldberg: Βάζοντας τα πράγματα στη θέση τους.

Πριν από κανα-δυό αναρτήσεις οι δύο συμπλόγκερς μου άρχισαν να κακαρίζουν - μεταξύ άλλων - για το ποια είναι η καλύτερη εκτέλεση των παραλλαγών Γκόλντμπεργκ, η πρώτη ή η δεύτερη του Γκουλντ. Για να θέτουμε τα πράγματα στην ιστορική τους προοπτική, πριν να βγει η εκτέλεση του '55 ο κόσμος άκουγε τις παραλλαγές περίπου έτσι:

(παίζει ο Claudio Arrau)




Από το '55 και μετά όλοι προσπαθούσαν να μιμηθούν τον Γκούλντ, όμως δεν τα καταφέρνανε, κυρίως γιατί ο Γκουλντ έπαιζε καλύτερα σαν τον εαυτό του από τους άλλους. Μετά το '81 τις ξαναηχογράφησε για να τους τις σπάσει ακόμα περισσότερο. Ποια είναι η καλύτερη;

To 1994 ένας Ρώσος πιτσιρικάς, 18 μόλις χρονών ηχογραφεί τις Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ και αφήνει τον κόσμο με τα σαγόνια να σέρνονται. "Η πιο ενδιαφέρουσα ηχογράφηση από τον καιρό του Γκουλντ" γράφουν οι κριτικές και μια υποψηφιότητα για το Grammy της χρονιάς εκείνης έτσι για έχουμε κάτι να μασουλάμε. Ο μικρός ονομαζόταν Konstantin Lifschitz. Στην ερμηνεία του ακούει κανείς πως έχει μελετήσει μια χαρά τους ερμηνευτές που προηγήθηκαν, όμως το προσωπικό του στίγμα είναι εμφανές. Παρακάτω σας βάζω να ακούσετε ενδεικτικά μερικές παραλλαγές:


1-20 Variatio 19..mp3


1-23 Variatio 22. Alla Breve..mp3


1-29 Variatio 28..mp3


1-31 Variatio 30 Quodlibet..mp3



Όπως ακούτε ο πιτσιρικάς δε χαμπαριάζει μία. Δυστυχώς, ξέρω τώρα πως πεθαίνετε να βρείτε την ηχογράφηση, αλλά με ιδιαίτερη χαιρεκακία (γιατί εγώ την έχω) θα σας πληροφορήσω πως δεν κυκλοφορεί πλεόν στο εμπόριο γιατί η DENON διέκοψε το τμήμα της κλασικής μουσικής. Ίσως να πετύχετε κανένα ξεχασμένο cd στο Amazon.

Ως επιδόρπιο, σας σερβίρω αυτό το βίντεο με την Rosalyn Tureck να παίζει την άρια με τα πιο ωραία ποικίλματα που έχω ακούσει. (Η ανάρτηση του βίντεο δεν επιτρέπεται). Πάω να σφάξω μερικές κοτούλες τώρα.

4/12/08

Επεκτείνοντας τις τεχνικές ή εξομολόγηση υπό πίεση

Στην ανάρτηση για το κομμάτι του Jodlowski, Θρίλερ, έγινε αναφορά στην τάση της σύγχρονης μουσικής να διευρύνει τις δυνατότητες των οργάνων. Ένας από τους πιο ενδιαφέροντες συνθέτες που συστηματικά και με συνέπεια έχει κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή, είναι ο Γερμανός Helmut Lachenmann.

Δείτε τα ακόλουθα βίντεο με το Mouvement ( - vor der Erstarrung), έργο του 1982. Ενώ αποφεύγω να σας παραπέμπω στο YouTube λόγω της χαμηλής ποιότητας του ήχου, εδώ θα το κάνω γιατί μαζί με το ηχητικό αποτέλεσμα έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς και τις τεχνικές που χρησιμοποιούν οι μουσικοί (βέβαια βρίσκω μάλλον μέτρια τη συγκεκριμένη εκτέλεση συν το πολύ εκνευριστικό που κόβεται στα τρία το κομμάτι αλλά αυτή βρήκα στο YouTube):

(για ένα από τα κλιπάκια έχει αφαιρεθεί η δυνατότητα για embed και για αυτό δίνω links για όλα ―όπου υπάρχει η δυνατότητα, επιλέξτε το "watch in high quality")

Μπορείτε επίσης να δείτε και να ακούσετε το Arditti στο 3ο κουαρτέτο εγχόρδων (2001) του Lachenmann ξεκινώντας από εδώ. (Αν και το Mouvement είναι πιο εντυπωσιακό οπτικά λόγω του μεγαλύτερου συνόλου που χρησιμοποιεί.)

Για να έχετε μια καλύτερη αντίληψη του ηχητικού κόσμου που φτιάχνει ο Lachenmann (στο YouTube θα πάρετε μια ιδέα για τι είναι πάνω κάτω αυτές οι τεχνικές αλλά χάνεται σημαντικό ποσοστό του πως ακριβώς ακούγονται) σας βάζω και το Pression για σόλο βιολοντσέλο (1970) που είναι από τα πιο αγαπημένα μου κομμάτια του και που εξερευνά διαφορετικά ηχητικά αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν κυρίως από ειδικές χρήσεις του δοξαριού (scratch tones/overpressure, θέσεις του δοξαριού και δε συμμαζεύεται). Στην εκτέλεση που ακολουθεί παίζει ο Pierre Strauch. Επειδή πρόκειται για ένα συνθέτη που παίζει και με τις πιο ανεπαίσθητες λεπτομέρειες του ήχου, σας συνιστώ να το ακούσετε κάποια στιγμή που θα έχετε ησυχία γύρω σας και θα έχετε στη διάθεσή σας σχετικά καλά ηχεία ή ακουστικά.

Και μια εξομολόγηση: τον Lachenmann τον είχα ανακαλύψει όταν πιτσιρικάς ακόμα σπούδαζα θεωρητικά. Καθηγητής μου τότε ήταν ένας από τους καλύτερους θεωρητικούς που έχουμε (αλλά και από τους πιο συντηρητικούς). Το θυμάμαι σα σήμερα. Ήμουν στη βιβλιοθήκη και μελετούσα το Guero για πιάνο του Lachenmann, ένα έργο με μικτή σημειογραφία που χρησιμοποιεί με τους πιο αντισυμβατικούς τρόπους το πιάνο. Με βρήκε σκυμμένο πάνω από την παρτιτούρα να προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω την καινούρια τότε σε μένα σημειογραφία του Lachenmann. "Τι κοιτάς εκεί;" ρώτησε· του έδειξα. "Άστα αυτά, δεν είναι σοβαρά πράγματα", η φράση βγήκε με τέτοιο τρόπο που ήταν σαφές ότι δεν υπήρχαν περιθώρια συζήτησης στο θέμα. Δεν ήταν "σοβαρά" γιατί δε χωρούσαν στα παραδοσιακά μοντέλα ανάλυσης και προσέγγισης των οποίων είναι βαθύς γνώστης ο συγκεκριμένος δάσκαλος. Καθώς τότε όπως και οι υπόλοιποι τον αντιμετώπιζα ως αυθεντία, ακολούθησα τη συμβουλή του, στην άκρη ο Lachenmann. Ο Lachenmann, o Cage και άλλοι αιρετικοί ήταν ακριβώς αυτό: αιρετικοί. Υπήρχε ένας περίπου δογματισμός στον τρόπο που προσέγγιζε και μας δίδασκε κάποια πράγματα, υπήρχαν σαφείς (αλλά όπως τους βλέπω σήμερα μάλλον αυθαίρετοι) διαχωρισμοί για το ποιοι συνθέτες άξιζαν και ποιοι ήταν "τσαρλατάνοι". Έλα όμως που εμένα αυτά τα "μη σοβαρά" ήταν που κρυφά με συγκινούσαν περισσότερο. Χρειάστηκε αφού τελειώσω να φύγω από αυτόν, να πάω σε άλλους δασκάλους, να γνωρίσω τελείως καινούρια πράγματα (κυρίως μέσα από την ηλεκτρονική μουσική) για να απελευθερωθώ από τον κλειστό τρόπο σκέψης που με είχε διδάξει και να μπορέσω τελικά να γυρίσω και να κοιτάξω πιο κριτικά όσα είχα μάθει κοντά του. Έτσι σήμερα τα αισθήματά μου απέναντί του είναι ανάμικτα. Κέρδισα από αυτόν μια στέρεη θεωρητική βάση, μελέτησα αναλυτικά και σε βάθος μαζί του πράγματα που ίσως πουθενά αλλού στην Ελλάδα δε θα είχα τη δυνατότητα να μάθω εκείνη την εποχή. Όμως ο ίδιος άνθρωπος στάθηκε ταυτόχρονα εμπόδιο και μου δημιούργησε ενοχές για αυτά που μου άρεσαν και που δεν ενέκρινε.

Θυμήθηκα μαζί με αυτά και όσα ειπώθηκαν στα σχόλια μιας άλλης ανάρτησης για το ρόλο του μαθητή…

3/12/08

Επαναφορά στη Μουσική

Μολονότι δεν αποδέχομαι ότι το παρόν ιστολόγιο έχει καθαρά "μουσικό" χαρακτήρα, εν τούτοις, για να καλύψω την παρασπονδία του Rowlf, απλώς παραθέτω μια ηχογράφηση που βρίσκω υπέροχη. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται καν να αναφέρω συνθέτη, έργο, εκτελεστή και χρονολογία εκτέλεσης (καλά, αυτήν ας την αποκαλύψω, 1981).




UPDATE:
THIS IS ROWLF! Καταλαμβάνω πραξικοπηματικά την ανάρτηση του Statler (να μάθει να με προκαλεί άλλη φορά) και ανεβάζω για να έχουμε σύγκριση την πρώτη ηχογράφηση των Παραλλαγών Goldberg που έκανε ο Gould το 1955.

29/11/08

Quizz No. 2, Op. 1

Την πρώτη φορά ήταν ο Statler που έβαλε το κουίζ. Αυτή τη φορά θα το κάνω εγώ. Η ερώτηση δεν είναι ποιος είναι ο συγγραφέας, αυτός είναι και πάλι ο Νίκος Δήμου και το κείμενό του είναι αυτό.

Το κουίζ έχει ως εξής:
Βρείτε τις διαφορές.

UPDATE:
Δεύτερο κείμενο του Δήμου, αυτή τη φορά από τα "επίκαιρά" του.
Ξαναβρείτε τις διαφορές.

(Εγώ θα μείνω στο λαϊκιστικό ερώτημα ―ήταν που τον πονούσε ο λαϊκισμός του Τρίτου στο προηγούμενο― της τελευταίας παραγράφου: αυτό που κυρίως ενδιαφέρει κάθε σοβαρό καλλιτέχνη πέρα και πάνω από την απήχηση του έργου του, είναι αυτό να παρουσιάζεται σωστά όπως το εννοούσε και το φαντάστηκε. Που ακούγεται σωστά ο Μπετόβεν στο Μέγαρο ή στο δρόμο;)

28/11/08

Επαγγελματίες και ερασιτέχνες

Κάθε Παρασκευή πρωί ένα από τα πρώτα πράγματα που κάνω μόλις ξυπνήσω είναι να ρίξω μια ματιά στον Economist. Και να που σήμερα είδα κάτι ενδιαφέρον για να μπει στο ιστολόγιο: πώς ο Gilbert Kaplan, ένας εκδότης οικονομικού περιοδικού έφθασε να θεωρείται ειδικός στη 2η συμφωνία του Mahler. Ο ίδιος, μάλιστα, λέει χαρακτηριστικά ότι, όταν διηύθυνε τη συμφωνία για πρώτη φορά, πίστευε ότι όλο το κοινό συνέπασχε μαζί του, καθώς τον έβλεπαν ως την προβολή των πιο απίστευτων ονείρων τους. Η περίπτωσή του, όμως (δεν έχω ακούσει κάποια ηχογράφησή του, για να έχω ιδία άποψη, και δεν προλαβαίνω να ανεβώ για να τον δω - άσε που είναι πανάκριβα τα εισιτήρια, αν δεν είσαι ντόπιος στη ΝΥ), προκαλεί κάποια ενδιαφέροντα ερωτήματα: πόσο εύκολο είναι για κάποιον χωρίς μουσική παιδεία να φθάσει στο σημείο να διευθύνει επαγγελματίες μουσικούς σε ένα τόσο περίπλοκο έργο; Και δεν είναι λίγο περίεργη η μονομανία με ένα συγκεκριμένο έργο; Φαντάζεσθε, λ.χ., να έχουμε μαέστρο ειδικό στη "Λούλου" ή τα Κατά Ιωάννη Πάθη;

27/11/08

Η κυρία με το σφυρί


Το Μεγάλο Ντουέτο για τσέλο και πιάνο που σας βάζω παρακάτω ήταν το πρώτο έργο της Galina Ustvolskaya που άκουσα. Δεν ήξερα για την Ustvolskaya και έτσι θεώρησα ότι ακούω μουσική κάποιας νέας Ρωσίδας συνθέτριας. Το ιδίωμα και η γραφή ακούγονται πολύ σύγχρονα. Η μουσική με είχε ενθουσιάσει. Είναι τόσο δυνατή που δε σε αφήνει, την κουβαλάς μέσα σου.

Και μετά ήρθε η απίστευτη έκπληξη, το έργο που είχα ακούσει και μου είχε αρέσει τόσο πολύ ήταν γραμμένο το 1959! Πως ήταν δυνατόν; Και γιατί δεν ήταν περισσότερο γνωστή η δημιουργός αυτού του αριστουργήματος; Δεν έχω καμιά δυσκολία να πω ότι η Ustvolskaya ανήκει σε αυτή την εξαιρετικά σπάνια χορεία καλλιτεχνών που κάνουν πράγματα που είναι πολύ μπροστά από την εποχή τους. Αναλογιστείτε την τόλμη που χρειαζόταν να γράψει αυτή τη μουσική στο καθεστώς λογοκρισίας και ανελευθερίας της Σοβιετικής Ένωσης.

Δεν έχω κάτι άλλο να πω. Σε περιπτώσεις όπως αυτή αισθάνομαι ότι το μόνο που έχει νόημα είναι να βγάλω το σκασμό και να ακούσω με αφοσίωση:

Galina Ustvolskaya: Grand Duet, for Cello and Piano, τσέλο παίζει η Nina Hitz, πιάνο ο Frank Denyer

23/11/08

Music to my ears 2

Όπως και στην πρώτη ανάρτηση με αυτόν τον τίτλο σας βάζω να ακούσετε χωρίς άλλες πληροφορίες (το δίκτυο είναι στα δάχτυλά σας) και ερωτώ. Αν θέλετε, απαντάτε. Δεν υπάρχουν σωστές και λάθος απαντήσεις.

Το ερώτημα της ανάρτησης είναι: Τι είναι αυτά που ακολουθούν; Μουσική; Ποίηση; Και τα δύο; Τίποτα από τα δύο; (ανήκουν και τα τέσσερα στο ίδιο είδος;) Γιατί;

Ακούμε τα:
  • Heavy Aspirations του Charles Amirkhanian
  • Preface (απόσπασμα) του Clark Coolidge
  • Give it to me, baby του John Giorno
  • Kinetics του Tim Polashek

19/11/08

Benjamin Britten – Sviatoslav Richter: Η τέχνη της καντέντσας, o Mozart, ο Schubert, ο Beethoven και ο Brahms

(Μπαίνω κατά κάποιον τρόπο στα χωράφια του Statler, αλλά νομίζω ότι θα μου το συγχωρήσει)

Η γνωριμία του Benjamin Britten με τον Sviatoslav Richter έγινε το 1961 μέσω του Mstislav Rostropovich. Οι τρεις τους περάσανε ένα "ζωηρό", όπως το περιγράφει ο Rostropovich, απόγευμα στο Boulestin's στο Λονδίνο. Έπειτα από την αρχική συνάντηση η πρώτη συνεργασία έγινε το 1964 όταν ο Richter εμφανίστηκε την τελευταία στιγμή για να δώσει ένα ρεσιτάλ-έκπληξη στο Alderburgh –παραμονές της πρεμιέρας του Curlew River– (δεν είχε προγραμματιστεί και μπήκε σφήνα στο πρόγραμμα του φεστιβάλ) με έργα Schubert. Εκτός από την 6η Σονάτα σε μι D566 στο ρεσιτάλ αυτό ο Britten έπαιξε μαζί με τον Richter τις παραλλαγές σε ΛΑ ύφεση D813 για τέσσερα χέρια.

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1967, ο Richter εμφανίστηκε ξανά στο φεστιβάλ, αυτή τη φορά με το κοντσέρτο για πιάνο, έργο 13, του Britten και τον συνθέτη να διευθύνει. Το κοντσέρτο είχε να παιχθεί από τότε που το έγραψε και η "αναβίωση" θεωρήθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένη από τον Britten ο οποίος βρήκε το παίξιμο του Richter υπέροχο. Το κοντσέρτο ηχογραφήθηκε. Ο Richter ζήτησε από τον Britten να γράψει ένα δεύτερο κοντσέρτο ειδικά γι' αυτόν. Ο Britten το υποσχέθηκε, αλλά ποτέ δε βρήκε χρόνο να το γράψει. Για να μην απογοητεύσει τελείως τον φίλο του, του έγραψε καντέντσες για το κοντσέρτο για πιάνο αρ. 22 σε ΜΙ ύφεση K482 του Mozart.

Την πρώτη φορά που άκουσα εκτέλεση του κοντσέρτου με αυτές τις καντέντσες ξαφνιάστηκα. Ακούγονται όχι ως Mozart, είναι ξεκάθαρα Britten. Το υλικό και τα θέματα βεβαίως προέρχονται από το κοντσέρτο του Mozart αλλά η επεξεργασία και ο χειρισμός δεν έχουν καμιά σχέση με τη γλώσσα του Mozart είναι 20ος αιώνας, είναι Britten. Μετά από την αρχική μου έκπληξη όταν κάθισα να τις ξανακούσω άρχισα να βλέπω τις αρετές τους και το πόσο καλά εντέλει λειτουργούν μέσα στη ροή της μουσικής του Mozart. Παρά την διαφορετική γλώσσα το υπέροχο, λαμπερό ύφος και η σπιρτάδα του Mozart είναι εκεί τα βλέπουμε μέσα από τα μάτια του Britten. Πέρα από το ότι η προηγούμενη διαπίστωση για το τι επιτυγχάνει ο Britten με κάνει να θεωρώ ότι πρόκειται για συνθετικό επίτευγμα, βρίσκω τις καντέντες αυτές υπέροχες και για έναν ακόμη λόγο: οι καντέντσες πέρα από το ―υποτίθεται αυτοσχεδιαστικό― δεξιοτεχνικό τους μέρος (που ελάχιστα με ενδιαφέρει) είναι μάλλον ένα άχαρο πράγμα. Από πλευράς λειτουργικής αρμονίας δεν οδηγούν πουθενά, είναι απλώς μηχανισμός επέκτασης της δεσπόζουσας. Για τους λόγους αυτούς μπορεί εύκολα να καταντήσουν ανούσια μουσική φλυαρία και επίδειξη. Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη ευφυΐα για να κάνει κανείς κάτι που να κρατάει αμείωτη την προσοχή, να έχει οικονομία στη γραφή και να είναι στα σωστά αρμονικά πλαίσια και λειτουργίες. Πιστεύω ότι ο Britten το πετυχαίνει και με το παραπάνω, είναι οι καλύτερες που γνωρίζω για κοντσέρτο Mozart (καλύτερες κι από αυτές του Beethoven για το 20ο κοντσέρτο για πιάνο του Mozart). Ειδικά στην καντέντσα του 1ου μέρους όπου μας παρουσιάζονται όλα τα θέματα (και των τριών κινήσεων) του κοντσέρτου να είναι ίσως η μόνη φορά που έχω ακούσει τρίλια ισοκράτη σε καντέντσα και δε μου ακούγεται τετριμμένη και προφανής λύση. (Δείτε και το σχόλιο του Britten στα παρακάτω marginalia για το που κατά τη γνώμη του αναδεικνύεται περισσότερο η ευφυΐα του Mozart και συσχετίστε το με το επίσης μακροδομικά στατικό χαρακτήρα μιας καντέντσας).


Marginalia [ήτοι κουτσομπολιά και κατινιές από αυτές με τις οποίες ασχολούνται οι μουσικολόγοι]:
Ο Britten θεωρούσε τον Richter "the best pianist ever" και σύμφωνα με τον Pears:
[Britten] greatly admired Richter, was very fond of him, though of course he's not the same outgoing type as Slava [Rostropovich], and though Slava Richter would have loved a piano piece from him, Ben, honestly, was not specially, honestly interested in the piano in the same way. He was never all that sympathetic to the piano. Early on his career he was happy to write the Piano Concerto and a few other pieces, but piano was an instrument that he had very mixed feelings about, and I don't think he could really face getting down, sitting down to that again, writing another Piano Concerto as it were.


Ως προς αυτό ο Donald Mitchell αναφέρει ότι σε συζήτησή τους ο Britten είχε εκμυστηρευτεί:
"When I have ideas which may seem very new or bold, I'm nervous sometimes of telling Peter about them. He's such a strong personality that if he says «no» or takes a negative view, I'm discouraged, and can't go on with them".
Ο ίδιος ο Mitchell σχολιάζει:
"I remember Imo saying much the same thing. I don't know that it added up to a problem in their relationship, but clearly Peter was intensely interested in the works Ben wrote for him, and altogether less interested in those that weren't. Ben's output might have been different in character – there might conceivably have been greater diversity – if he had set up in life with someone other than a singer. On Peter's part there was self-evidently a high degree of self-interest involved: the production-line should be kept going with as few interruptions as possible. Did Peter in this sense keep Ben creatively on too tight a rein? It may be doing Peter an injustice even to ask the question, but it has to be asked, I think".
Ο Michael Berkeley, συνθέτης και γιος του επίσης συνθέτη Lennox Berkeley στον οποίο είναι αφιερωμένο το κοντσέρτο για πιάνο και με τον οποίο ο Britten είχε μια σύντομη σχέση στα νιάτα του (κατ' άλλους πλατωνική, κατ' άλλους ολοκληρωμένη) πριν γνωρίσει τον Pears, έχει παρατηρήσει ότι σχεδόν όλη μουσική του Britten γράφηκε και προορίζονταν για συγκεκριμένους εκτελεστές, ο μουσικός για τον οποίο ο Britten δεν θα καθόταν να γράψει μουσική ήταν ο εαυτός του.

Ο Sviatoslav Richter είχε κάνει επίσης πολύ κολακευτικά σχόλια για το παίξιμο του Britten, μεταξύ άλλων είχε πει ότι γνώριζε ελάχιστους πιανίστες που να έχουν τόσο καλή αντίληψη και γνώση για την χρήση των πεντάλ.

Και ο Britten, όπως καθένας μας, αγαπούσε τη μουσική κάποιων συνθετών και αντιπαθούσε κάποιων άλλων. Ο Steuart Bedford διηγείται τη συζήτηση του Britten με τον Humphey Maud, ένα νεαρό βιολοντσελίστα:
"He made lots of remarks about Mozart and Verdi as the prime influences for his operas. He had no time for Brahms, although he played through his works every year in order to see if he came to a different conclusion. He had been a fanatic for Beethoven as a boy, with a house full of statues, but he now found that Beethoven shouted his message. I remember saying «Oh, come on, you can't say that about Beethoven's slow movements». And he said, «Yes, that's precisely what I do mean. It's all so obvious». I remember debating with him his tremendous admiration for Mozart, and asking if Haydn didn't display greater inventiveness, and Ben saying that Mozart's greatness often lay in when he actually didn't change the key, he didn't modulate. And the observation that it was particularly for his operas that Mozart had to be remembered".

Το 1963 σε επιστολή του στον Ronald Duncan γράφει:
"…the Beethoven coolness which is now on me – which I don't shout about, since it is my own personal, practical & technical, affair … my switch to Mozart and Schubert…".

Η λιμπρετίστα του Myfanwy Piper αναφέρει ότι της περιέγραψε τη μουσική του Beethoven ως "just like sacks of potatoes".

Άλλη μια μαρτυρία, αυτή του David Spencer, ο οποίος δεν ήταν μουσικός, αλλά αναφέρει το ακόλουθο:
"I did adore music, and my favourite composers at the time were Brahms and Chopin. And I asked him, would he play the Chopin Preludes? I lay back on the sofa, and he played, and never did he show any signs that he wasn't enjoying it. And that was the first time I heard the Brahms Variations on the St Anthony Chorale, though actually what I liked were the romantic things. And it was long after, a later visit, when he suddenly said to me could he try a different kind of music, and he played this very charming piece, and I said that I didn't like it all that much, that I preferred Brahms. And he said to me, «One day, David, you will realize that Mozart is the greatest composer that has ever lived and that Brahms is easily the worst».

Ο μαέστρος, Sir Charles Mackerras, αναφέρει ότι ο Britten συνήθιζε να σφυρίζει παρωδίες των συμφωνιών του Brahms και αστειευόταν για το τι κρίμα είναι που εξαιτίας της αλφαβητικής σειράς τον τοποθετούσαν πάντα δίπλα στον Brahms στις βιβλιοθήκες.

Χαρακτηριστικό είναι και το ακόλουθο πολύ γουτσου-γουτσουνιάρικο και παρηγορητικό απόσπασμα από μια επιστολή του Pears στον Britten:
"…don't worry, and remember there are lovely things in the world still – boys, sunshine, the sea, Mozart, you and me – I love you my honey – my honey Bee – my pie – love you. P."


Δωράκι για την ανάρτηση αυτή και τον κόπο που κάνατε να τη διαβάσετε, αρκετή μουσική:

  • Franz Schubert: Παραλλαγές σε ΛΑ ύφεση, D813, για τέσσερα χέρια, πιάνο παίζουν ο Sviatoslav Richter και ο Benjamin Britten.


  • Wolfgang Amadeus Mozart: Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 22 σε ΜΙ ύφεση K482 (καντέντσες Benjamin Britten), πιάνο παίζει ο Sviatoslav Richter, την Philharmonia διευθύνει ο Riccardo Muti (περιττό να πω ότι θεωρώ ότι πρόκειται για την απόλυτη εκτέλεση του κοντσέρτου: εξαιρετική η ορχήστρα και ο μαέστρος, αλλά ο Richter είναι απλά ασύλληπτος, το πιο τέλειο φραζάρισμα σε Mozart που έχω ακούσει, πραγματική ευτυχία να ακούς αυτή τη μουσική).