19/12/08

Was Jesus gay? (και άλλες αντιρρήσεις)

Προσθέτω στο πλάι στους συνδέσμους μου το site του Pat Condell και καθώς σε λίγο έχουμε Χριστούγεννα βάζω κι ένα ταιριαστό με την περίσταση κλιπάκι του Condell.



Κι επειδή στο blog αυτό μιλάμε κυρίως για μουσική το θέμα μου σήμερα είναι το τι έχει να πάρει, τι καταλαβαίνει, πως ακούει ένας άθεος (όπως εγώ) την θρησκευτική μουσική. Δεν είμαι σίγουρος ότι τα παρακάτω οδηγούν σε κάποιο συμπέρασμα ή ότι βγάζουν νόημα αλλά εν πάση περιπτώσει ειδικά σε αυτή την ανάρτηση δε με πολυνοιάζει κιόλας…

Αυτή τη φορά θα ακούμε τη μουσική εμβόλιμα· αν αυτό σας εμποδίζει να παρακολουθήσετε την υποτυπώδη ροή αυτής της ανάρτησης, αφήστε την (μαζί με τα σχόλια στις αγκύλες […]) για το τέλος· ξεκινούμε:

[Johann Sebastian Bach: το πρώτο Kyrie Eleison από τη Λειτουργία σε σι σε διδασκαλία και διεύθυνση του Sergiu Celibidache με τη Φιλαρμονική του Μονάχου και την χορωδία Bach του Γουτεμβέργιου Πανεπιστημίου του Mainz]

Διαφωνώ (εντόνως) σε πάρα πολλά με την ερμηνεία και την ανάγνωση του Celibidache, αλλά ένα σχόλιο του Chef (που είναι πιο ειδικός από μένα σε αυτά) όταν κατά την επίσκεψή μου του έβαλα να ακούσει με έβαλε σε σκέψεις. Οι αντιρρήσεις μου έχουν να κάνουν κυρίως με το ύφος και τις υπερβολικά αργές ταχύτητες της εκτέλεσης, περίμενα λοιπόν ότι ο Σεφ θα συμφωνούσε μαζί μου, αλλά τον βρήκα να ακούει με ενδιαφέρον την ανάγνωση του Celibidache· τελικά και ενώ έκοβε με χειρουργική ακρίβεια και δαιμονική ταχύτητα κάτι καρότα ζουλιέν γύρισε και μου είπε με ένα αινιγματικό χαμόγελο "γιατί δε σου αρέσει; είναι τόσο βαθειά και ταπεινή…". Τι ήθελε να πει ο σοφός μάγειρας (και ο Celibidache); Ίσως λοιπόν τα υπόλοιπα να είναι λάθος σε σχέση με το πως θεωρούμε γενικότερα ότι πρέπει να είναι οι εκτελέσεις των έργων της περιόδου (έτσι κι αλλιώς ακανθώδες και μεγάλο ζήτημα), αλλά μάλλον αυτό που ήθελε να πει ο Σουηδός (και να κάνει ο Celibidache) είναι ότι η εκτέλεση προσπαθεί να αποδώσει πέρα από τα τεχνικά και στιλιστικά την ουσία και την αιτία που γέννησαν αυτή τη μουσική: την θρησκευτική πίστη, την πνευματικότητα πίσω από τους ήχους…

Bέβαια αυτό είναι και πάλι προβληματικό κατά τη γνώμη μου: δε φτάνει η πνευματικότητα που έχει το ύφος της εποχής και η γραφή του συνθέτη, πρέπει για να είναι αρκούντως "πνευματικό" το αποτέλεσμα να παιχτεί με έναν τρόπο που πλησιάζει ένα υστερορομαντικό ιδεώδες. Δεν προσπαθούμε να καταλάβουμε τα εκφραστικά σχήματα και το μουσικό λόγο της περιόδου αλλά προσπαθούμε να τα φέρουμε στα μέτρα και τις αντιλήψεις μας. Σε κάθε περίπτωση όπως ήδη είπα το θέμα είναι τεράστιο. Όσο για το πόσο "ταπεινή" είναι η εκτέλεση: είναι τόσο ταπεινή όσο είναι ταπεινοί οι χριστιανοί εκείνοι―αν και όχι μόνον αποκλειστικά αυτοί― που μέμφονται τους άλλους για έλλειψη ταπεινότητας όταν τους υποδεικνύουν το απαράδεκτο των "αληθειών" των ιερών κειμένων τους· οι ίδιοι μέσα στην ταπεινοφροσύνη τους φαίνεται να γνωρίζουν πάρα πολλά. Όπου ταπεινή λοιπόν βάλτε υποκριτική. Σεμνή και ταπεινή σαν τον φουσκωμένο διάνο που έχουμε για πρωθυπουργό η εκτέλεση του Celibidache… έτσι εξηγούνται πολλά.



Καθώς λοιπόν ούτε εγώ ούτε ο μάγειρας πιστεύουμε σε θεούς και δαίμονες θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα: "…και τι σας συγκινεί εσάς σε αυτή τη μουσική;" (ερώτημα που μπορώ μια χαρά να επιστρέψω και στο οποίο περιμένω άκρως πειστική απάντηση: "πως σχετίζεται η συγκίνηση που πιθανόν σας προκαλεί αυτή η μουσική με τα θρησκευτικά σας πιστεύω;")

Από τη μια ίσως να μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι δε χρειάζεται να πιστεύω εις έναν Θεόν για να απολαύσω την έτσι κι αλλιώς υπέροχη μουσική του Bach, του Palestrina κτλ, η μουσική μπορεί να υπάρχει από μόνη της χωρίς την ανάγκη κάποιου context. Εδώ βέβαια αυτό είναι προβληματικό καθώς στη θρησκευτική μουσική υπάρχει το κείμενο που δεν μπορεί να αγνοείται έτσι απλά καθώς είναι μέρος, βάση και αφετηρία αυτής της μουσικής. Μάλιστα όπως έχει σχολιαστεί στις αναρτήσεις για τα τραγούδια το κείμενο και η μουσική σχετίζονται με τέτοιους τρόπους που συμπληρώνουν το ένα το άλλο.

Η πιο απλή εξήγηση που μπορώ να δώσω είναι ότι η συγκίνηση για μένα σε αυτές τις περιπτώσεις έρχεται κατ' αναλογίαν ή μέσω "μετάφρασης". Δηλαδή όπως και με το ότι είμαι gay άντρας δε σημαίνει ότι δε μπορώ να καταλάβω τα νοήματα του "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" και να συγκινηθώ από το έργο, έτσι μπορώ να βρω "ανάλογα" των αναγκών που εκφράζει η θρησκευτική πίστη. Όπως μάλιστα παρατήρησε με τα πολύ ωραία ερωτήματά του ο saetiger και έδειξε ο Tchaikovsky με την εισαγωγή του το έργο αυτό πιθανόν να βρίσκεται πιο κοντά μου από όσο μπορεί να μοιάζει αρχικά. Αλλά τελικά εκεί είναι η ουσία του πράγματος: υπάρχουν κάποια στοιχεία στην ανθρώπινη εμπειρία που είναι κοινά σε όλους μας· από εκεί μπορούμε να πιαστούμε για να κάνουμε συνδέσεις και αναγωγές.

[Ο Βρετανός John Tavener είναι από τις περιτπώσεις που παρά την προηγούμενη παρατήρηση έχω αδυναμία να καταλάβω. Ο αναβαπτισθείς Χ.Ο. (είχα δει και την ταυτότητά του, αλλά πληροφορούμαι ότι εσχάτως τα έχει κάνει κουλουβάχατα) άλλοτε με πείθει κι άλλοτε με απωθεί. Άλλοτε μοιάζει να εμφανίζεται μια υποψία πνευματικότητας στη μουσική του και άλλοτε απλά μιμείται αμήχανα και επιφανειακά το βυζαντινό μέλος. Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι το πιο ενδιαφέρον τμήμα ενός απελπιστικά βαρετού έργου, της δικής του εκδοχής του Ακάθιστου Ύμνου. Στο απόσπασμα από το The Protecting Veil που ακολουθεί, σόλο βιολοντσέλο παίζει ο Steven Isserlis, την LSO διευθύνει ο Gennadi Rozhdestvensky. Θα ήθελα πολύ να μάθω τη γνώμη σας, την εντύπωσή σας, για το αν σας μεταδίδει κάποια αίσθηση πνευματικότητας το συγκεκριμένο απόσπασμα]

Λοιπόν το ότι είμαι άθεος δε σημαίνει ότι δεν έχω βιώσει στιγμές τέτοιες που να φαίνεται ότι δίνουν νόημα στα πράγματα ή συγκινήσεις που να μοιάζουν υπερβατικές. Απλά δέχομαι αυτές τις εμπειρίες όπως είναι, δεν τις αποδίδω και δεν τις ερμηνεύω στηριζόμενος σε απίθανες υποθέσεις που ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος μπορεί να γνωρίζει.

Για το λόγο αυτό μου είναι εύκολο να συγκινηθώ π.χ. από ένα Requiem, η οδύνη του θανάτου και της απώλειας, ο φόβος, το δέος, είναι κάτι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπάρχει σε όλους μας. Δε χρειάζεται να είσαι καλός χριστιανός για να συγκινηθείς.

[Ορίστε και μια ακόμη δική μου γνήσια συγκίνηση ―μάλλον βιτσιόζικη: ακούτε παρακάτω το φινάλε της όπερας του Francis Poulenc, Διάλογοι Καρμηλιτισών (δεν του πέτυχε ο τίτλος). Είναι η σκηνή του αποκεφαλισμού των καλογριών· προσεύχονται καθώς πάνε για τη γκιλοτίνα ―προηγουμένως στην όπερα έχουν ακουστεί τρελές ατάκες του τύπου ότι το μαρτύριο είναι δώρο Θεού και άλλες παρόμοιες θεολογικές ψυχασθένειες (ακούγεται πάντως και η γκιλοτίνα, γαμάτο! όπερα splatter). Μεγάλη συγκίνηση λέμε (δε σας λέω τι είδους ακριβώς, μαντέψτε). Την Ορχήστρα της Όπερας της Λυών διευθύνει ο Kent Nagano]

Για παρόμοιους λόγους η αιτία εορτασμού των Χριστουγέννων είναι για μένα όλο και περισσότερο ένα άξιο απορίας τελετουργικό πρωτόκολλο του ιερατείου… Ειλικρινά όμως, δε μπορώ να καταλάβω σε τι συνίσταται η συγκίνηση, η και καλά χαρά της γέννησης του χριστούλη (μη μου αρχίσετε θεολογικές αρλούμπες, τζάμπα κόπο θα κάνετε). Πραγματικά δεν ξέρω πως να διαχειριστώ έργα όπως το Μεσσία του Handel. Δε μου λένε τίποτα. Δε βρίσκω κάποια πνευματική συγκίνηση πίσω από αυτή τη μουσική. Είναι μια μουσική σαν τις άλλες, δεν μπορώ να διακρίνω κάποια ιδιαίτερη σημασία (πέρα από τη φόρμα και διάφορα άλλα εξωτερικά στοιχεία). Βέβαια τα ορατόρια είναι πάνω-κάτω μια μπάσταρδη κατάσταση μεταξύ θρησκευτικής και κοσμικής μουσικής, αλλά η θεματολογία είναι θρησκευτική. Θα περίμενα κάτι ουσιαστικό που να τη διαχωρίζει από την καθαρά κοσμική ―τη λέξη κι αυτή― μουσική (γιατί πχ ακόμα και στον Ρωμαίο και Ιουλιέτα ―αναφέρω αυτό μια που είναι πρόσφατο― υπάρχουν κι άλλα στοιχεία πέρα από το αφηρημένο μουσικό κείμενο που με συγκινούν που αντίστοιχα δεν βρίσκω στο Μεσσία).

Δωράκι για το τέλος ο λατρεμένος μου Stephen Fry σε ένα χριστουγεννιάτικο επεισόδιο του εξαιρετικού QI (αν δε ξέρετε το QI να το ψάξετε στο YouTube —σκέτη απόλαυση):



Και μια πρόταση για δώρο: ένα απολαυστικότατο βιβλίο που διάβασα τελευταία (βοήθειά μας).

(Για το πως ο άθεος Benjamin Britten υπονομεύει και ειρωνεύεται πικρά το λατινικό κείμενο της νεκρώσιμης λειτουργίας στο Πολεμικό Ρέκβιέμ του αξίζει να γίνει χωριστή ανάρτηση ίσως στη σειρά των τραγουδιών).

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

1. Περί σεμνότητας και ταπεινότητας αντιγράφω από το βιβλίο του Χίτσενς, "Η ιεραποστολική στάση" (Όχι, δεν έχει ερωτικό περιεχόμενο, το βιβλίο αναφέρεται στη Μητέρα Τερέζα):

All claim by public persons to be apolitical desrve critical scrutiny, and all claims by those who affect a merely 'spiritual' influence deserve a doubly critical scrutiny. The naive and simple are seldom as naive and simple as they seem, and this suspicion is reinforced by those who proclaim their own naivety and simplicity. There is no conceit equal to false modesty, and there is no politics like antipolitics, just as ther is no wordliness to compare with ostentatious antimaterialism.

2. Εξαιρετική η αντιπαράθεση των δύο φωτογραφιών.

3. Τι παπαριά ο Taverner!

4. Τώρα που ξανάκουσα τη λειτουργία, την οποία δε με είχες αφήσει να ακούσω μέχρι τέλους όταν ήσουν εδώ, μου άρεσε εξίσου όπως και τότε. Ναι, τα τέμπι είναι τεντωμένα, ναι η πνευματικότητα είναι τραβηγμένη από τα μαλλιά που κούρεψα σήμερα, όμως ο Celi καταφέρνει, επειδή ακριβώς πιστεύει πάρα πολύ σε αυτό που κάνει και είναι και μουσικάρα, να παραδίδει μία ερμηνεία που είναι τουλάχιστον συνεπής και πολύ υψηλού επιπέδου. Επίσης, αν το βάλεις σε όλο το πλαίσιο που της φαινομενολογίας της μουσικής του Celi, που ένας θεός, που δεν υπάρχει, να την κάνει φαινομενολογία, που είναι ένα περίεργο μείγμα ζεν βουδισμού και διαλογισμού, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί αυτή η εκτέλεση είναι έτσι όπως είναι. Έχεις δίκιο όταν λες, δε μας φτάνει η πνευματικότητα που έχει από μόνη της η μουσική, πρέπει να την ξεχειλώσουμε από πάνω. Ο Celi το κάνει τουλάχιστον τσαχπίνικα.

5. Θα πρότεινα να μην κάνεις τον κόπο να ψάχνεις για καμιά βαρειά θρησκευτικότητα στον Χαίντελ. Ο άνθρωπος ήταν, πέρα από συνθετάρα, ο καλύτερος έμπορος του ταλέντου του. Πουλούσε μουσική που να καλύπτει τις ανάγκες του βρετανικού πουριτανισμού, αυτού ξέρεις που έκανε το Λονδίνο την πρωτεύουσα με τις περισσότερες πόρνες.

6. Τώρα πάνω στο θέμα της ανάρτησης. Για μένα θα μιλήσω μόνο. Αυτό που με συγκινεί στην θρησκευτική μουσική, αλλά σε κάθε μουσική που ακούω και με συγκινεί, είναι το φαινόμενο της ίδιας της ζωής. Υπό αυτήν την έννοια ακούω κάθε μουσική ως 'θρησκευτικη', ακόμα και όταν το θέμα της είναι εμφανώς θρησκευτικό. Τώρα το ζήτημα έχει και άλλες προεκτάσεις, αλλά δε θα ήθελα να επεκταθώ ακόμα. Δεν το έχω ξεκαθαρίσει εντελώς.

7. Πολύ χουλυγουντιανός ο Πουλένκ σε αυτό το απόσπασμα.

Rowlf είπε...

Ο Hitchens είναι πάντοτε σκέτη απόλαυση. Υποκλίνομαι.

Περί Tavener: και να φανταστείς έβαλα το καλύτερο σημείο όπου ξαφνικά το ενδιαφέρον εκτινάσσεται σε σχέση με το υπόλοιπο έργο! Αυτό που μου κάνει πολύ κακή εντύπωση στο συγκεκριμένο απόσπασμα είναι οι ασυγχώρητα αφελείς, γκροτέσκοι τεχνικοί χειρισμοί του. Πάει τόσο μονοκόμματος λες και πρόκειται για πρωτοετή φοιτητή σύνθεσης παρά για ολοκληρωμένο καλλιτέχνη. Φαίνεται δεν προσευχήθηκε αρκετά για να του έρθει η κατάλληλη επιφοίτηση. Το γεγονός ότι αντιγράφει βυζαντινή μουσική είναι που έκανε τόσο εντύπωση στους Άγγλους που δεν έχουν ιδέα από αυτή τη μουσική και τον βρήκαν εξωτικό και βαθιά "μυστικιστή". Σε μας εδώ ακούγεται όπως είναι: τελείως μπανάλ. Ο Μιχάλης Αδάμης έχει κάνει απείρως πιο ενδιαφέροντα και καλλιτεχνικά αρτιότερα πράγματα χρησιμοποιώντας βυζαντινοειδή ιδιώματα.

Για τον Celibidache όπως το λες "ένας θεός να την κάνει" κι αφού δεν υπάρχει δεν πρόκειται και να την κάνει. Συμφωνώ ότι δεν είναι κανένας τυχαίος και ότι το αποτέλεσμα δεν είναι για πέταμα, αλλά δε με πείθει. Έχω στο μυαλό μου όμως αντίστοιχη εκτέλεση του Bernstein που λατρεύω. Θα σας βάλω άλλη φορά… Το λέω κι εγώ εξάλλου: το θέμα της ερμηνείας σε αυτά τα έργα είναι μεγάλο και ακανθώδες ζήτημα.

Καλά ας αφήσουμε τον Handel στην άκρη (αυτός μου ήρθε πρώτος στο νου που σκεφτόμουν να βρω χριστουγεννιάτικο θρησκευτικό έργο). Το θέμα είναι: τα Χριστούγεννα τι είδους πνευματικότητα έχουν/βγάζουν; και πως έχει αποδωθεί αυτή σε μουσικά έργα; Μας πείθουν αυτά; Είναι τελικά και στην ουσία τα Χριστούγεννα χριστιανική εορτή; Για πόσους;

Με το 6 με μπέρδεψες.

Για τον Poulenc: Την όπερα αυτή την έγραψε προς το τέλος της ζωής του που είχε γίνει πολύ θεούσος. Είναι η πιο κατηχητική όπερα που γνωρίζω, το τι θεολογική παπαριά ακούς εκεί μέσα είναι απίστευτο. Έτσι όταν στο τέλος πέφτει η γκιλοτίνα, εγώ καραγουστάρω. Κατά τα άλλα ο Poulenc μονίμως φλερτάρει με την ελαφρά μουσική, ακόμη και στα πιο σοβαρά του έργα. Το κάνει τελείως απενοχοποιημένα "αυτός είμαι και άμα γουστάρετε". Προσωπικά βρίσκω ότι το κάνει χαριτωμένα και έχει την απαραίτητη δόση αυτοειρωνίας και αυτοϋπονόμευσης, ποτέ δεν παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του. Να θυμίσω το κοντσέρτο για πιάνο όπου το 1ο θέμα θα μπορούσε ανετότατα να παίζεται από μπουζούκια σε σκυλάδικο;

Statler είπε...

Μέγας ο Celibidache - κοντά στο μέρος που μένω, την ξενιτιά, έχει αφήσει έντονη τη σφραγίδα του, όπως και ο Eugene Ormandy. Υπόσχομαι ειδικό αφιέρωμα.

Rowlf είπε...

Σιγά, ρε Statler, έτσι όπως το πας σε λίγο θα μας πεις ότι είναι μέγας κι ο Κωστάκης…