31/10/08

Ιστορικά IV - πολιτική, πολιτισμός, Radical Chic

Αφού ο Rowlf μας αποκάλυψε μια ακόμη περίπτωση διαπλοκής πολιτικής και πολιτισμού, ας πάμε μερικά χρόνια πιο πίσω, στην ταραγμένη δεκαετία των '60s. Σ' ένα άρθρο του στο περιοδικό New York Magazine (ημερομηνία δημοσίευσης: 8 Ιουνίου 1970) που έχει μείνει μνημειώδες, ο συγγραφέας Tom Wolfe περιγράφει μια δεξίωση που είχε διοργανώσει ο Leonard Bernstein και η σύζυγός του για τους Black Panthers, μια "επαναστατική οργάνωση" των Μαύρων της εποχής. Δεν χρειάζεται να υπεισέλθω στα κοινωνιολογικά φαινόμενα (ιδίως το Radical Chic) που επισημαίνει ο συγγραφέας - το ίδιο το άρθρο (μάλλον δοκίμιο) είναι τεράστιο, προκαλεί όμως διάφορες συζητήσεις.

30/10/08

Sarah Palin: La divina

Τελικά την είχα παρεξηγήσει· είναι καλλιτεχνική φύση, απλά από σεμνότητα δεν το δείχνει…


(μιλάμε για πολύ avant-garde τζαζιά!)

Ιστορικά ΙΙΙ - ακόμη πιο παλιά, αναμνήσεις του Chopin και του Liszt

Αυτό το άρθρο (πάλι από το αρχείο των New York Times) θα μπορούσα να το παραθέσω χωρίς περαιτέρω σχόλια. Δημοσιεύθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1874 στους New York Times και αναφέρεται σε ένα καλοκαίρι της δεκαετίας του 1840. Μπορείτε άραγε να σκεφθείτε πώς θα ήταν οι βραδιές εκείνες; Να ακούτε τους σημαντικότερους πιανίστες της εποχής να παίζουν τα έργα τους (φαντάζομαι την επιδειξιομανία του Liszt) αλλά και πραγματικά σπουδαία μουσική; Πολύ ενδιαφέρον ότι ο Chopin, απευθυνόμενος προς τον Liszt, στους μεγάλους συνθέτες κατατάσσει, δίπλα στον Beethoven, και τον (όχι και πολυ-παιγμένο στις μέρες μας) Weber.

27/10/08

Music to my ears

Σας βάζω να ακούσετε το Vessel: Do You Be της Meredith Monk. Δε σας παραθέτω πληροφορίες για τη Monk (αν θέλετε μπορείτε να την ψάξετε στο δίκτυο) ούτε σχολιάζω το κομμάτι.

Και ο λόγος που το κάνω αυτό είναι για να μιλήσετε εσείς για αυτό χωρίς απαραίτητα να έχετε κάποια πληροφόρηση (έχετε, δεν έχετε, δεν έχει σημασία). Πώς σας φαίνεται; Ποια ήταν η αντίδρασή σας σε αυτό; Τι άλλα σχόλια έχετε για την μουσική αυτή; Θα ήθελα να μην κάνουμε κριτική ο ένας στον άλλο, να πούμε μόνο τι σκεφτόμαστε και πως αντιδρούμε στη μουσική αυτή· γι' αυτό, παρακαλώ, απαντήστε με κάθε ειλικρίνεια, χωρίς φόβο και πάθος.

(Υπόσχομαι να πω κι εγώ τι σκέφτομαι πιο μετά…)


Vessel- Do You Be Meredith Monk.mp3

26/10/08

Αποκάλυψη

Όπως έχουν καταλάβει οι αγαπητοί αναγνώστες μας, ο Statler βρίσκεται αυτήν την περίοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η επίσημη δικαιολογία του ταξιδιού ήταν πως τον είχε καλέσει ο Barack Obama να συμβάλλει με την πείρα και τις γνώσεις του την προεκλογική του εκστρατεία. (Τον ελεύθερό του χρόνο, όπως βλέπετε βέβαια, τον αφιερώνει στο μεγάλο του πάθος, τις ανασκαφές). Σε μια ανύποπτη στιγμή όμως, όταν νόμιζε πως η κάμερα δεν ήταν ανοιχτή, αποκαλύφτηκαν οι πραγματικές του προτιμήσεις. Ιδού:

24/10/08

Ιστορικά ΙΙ - συνέντευξη μ' ένα πιανίστα το 1912

O αυστριακός πιανίστας Gottfried Galston δίνει συνέντευξη στους Νew York Times εν όψει περιοδείας του στις ΗΠΑ το 1912 (ημερομηνία δημοσίευσης: 4 Νοεμβρίου 1912). Ο Scriabin, ο Ravel, ο Debussy, ο Busoni είναι σύγχρονοί του. Του άρεσει η μουσική για πιάνο του Schoenberg (την περίοδο της ελεύθερης ατονικότητας του τελευταίου - αναφέρεται στα Drei Klavierstücke, op. 11), αλλά δεν την εκτελεί, επειδή δεν την έχει καταλάβει ακόμη. Μεγάλους συνθέτες θεωρεί τους J.S. Bach, Beethoven, Chopin, Liszt και Brahms, μολονότι στα κοντσέρτα του τελευταίου δεν βρίσκει την πρωτοτυπία του Liszt. O Ravel του φαίνεται πιο ζωηρός από τον Debussy. Δεν εκτελεί το κοντσέρτο του Τchaikovsky για πιάνο, αλλά του αρέσει ο Rachmaninov. Xαρακτηρίζει γλυκανάλατο ("common sweet stuff") το κοντσέρτο του Grieg για πιάνο. Απόψεις μιας άλλης εποχής, πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Αυστρία και η Ρωσία ήταν ακόμη Αυτοκρατορίες. Στο βιολί μεσουρανεί ο Ysaye, στο πιάνο ως δάσκαλος ο Rubinstein. Νομίζω ότι η συνέντευξη αυτή είναι μια καλή (όχι, φυσικά, πλήρης) φωτογραφία του μουσικού κόσμου και του πιάνου της εποχής.

22/10/08

Καινούρια όπερα; Καλή ιδέα. Καλή τύχη. 2

The update of the update. Δύο νέα άρθρα για την καινούρια όπερα του John Adams που είχα αναφέρει στην ενημέρωση παλιότερης ανάρτησης, το πρώτο από το διαδικτυακό περιοδικό Slate και το δεύτερο από τους Times της Νέας Υόρκης, σχετικά με την πρεμιέρα της όπερας στην Μετ.

Bonus ένα άρθρο που θα ήθελα να γράψω εγώ. (Προτείνω να ψάξετε λίγο το Music Box του Slate. Θα βρείτε ενδιαφέροντα κείμενα.)

20/10/08

Ιστορικά Ι - Van Cliburn

Ο Statler στο βασικό επιστημονικό του πεδίο, την ιστορία: ξεκινάμε με μια αναφορά στο μακρινό 1958, όταν ο ψυχρός πόλεμος είχε επεκταθεί και σε κάθε έκφανση της ανθρώπινης δραστηριότητας, όταν ακόμη και ο διαγωνισμός Tchaikovsky είχε διοργανωθεί για να διαγωνισθούν ο σοσιαλισμός με τον καπιταλισμό ως προς την παραγωγή (sic) πολιτισμού. Νικητής ανεδείχθη ένας απίθανος αμερικανός: ο Harvey Lavan Cliburn, Jr., γνωστός ως Van Cliburn. Ο/Η p=np μας είχε τονίσει την αξία της προσπάθειας του μαθητή σε σχέση με το σύστημα. Ίσως η περίπτωση του Van Cliburn, από μια ασήμαντη περιοχή του Τexas, να είναι παράδειγμα που να ενισχύει τη θέση του. Διαβάστε το σχετικό άρθρο του Τime της εποχής εκείνης. Πολλές συζητήσεις μπορούν να ξεκινήσουν μ' αυτό το άρθρο, από τη δυνατότητα ενός συστήματος να "παράγει" πολιτισμό, την οικειότητα που αισθανόταν ο ήρωάς μας στη Ρωσία, το ρόλο του δασκάλου που επέλεγε (ή που απέρριπτε) και τον αφορισμό σχετικά με τη μουσική που προτιμούσε ο Cliburn: "You can't love music enough to want to play it," he says, "without other kids thinking you're queer or something." (απόσπασμα από το άρθρο)

Και ένα δείγμα γραφής του σημαντικού αυτού πιανίστα:



(Tchaikovsky, 1o Concerto για πιάνο, 3ο μέρος, την ορχήστρα διευθύνει ο Κirill Kondrashin τη Φιλαρμονική της Μόσχας, Μόσχα - 1962)

19/10/08

Orchestration vs. Composition

Η προηγούμενη ανάρτηση του chef με έβαλε σε σκέψεις: Γιατί ένας τόσο βαθύς γνώστης της παράδοσης και ειδικότερα της μουσικής του Brahms να αποτυγχάνει να ενορχηστρώσει σωστά τη μουσική αυτή; Το αποτέλεσμα της ενορχήστρωσης του Schoenberg στα αφτιά μου μου δίνει την εντύπωση ενός Brahms on steroids (βασικά αυτό λέει και ο chef αλλά το λέει πιο κομψά, εγώ είμαι λιγότερο ανεκτικός σε αυτά).

Την απάντηση την έδωσα, νομίζω, σε σχόλιό μου στην ανάρτηση του αγαπητού μάγειρα: ο Schoenberg αποτυγχάνει γιατί λειτουργεί (από σεβασμό και δέος) ως απλός ενορχηστρωτής. Ο Maurice Ravel στην υποδειγματική ενορχήστρωσή του στις Εικόνες από μια Έκθεση του Modest Mussorgsky λειτουργεί ως συνθέτης, δεν ενορχηστρώνει απλώς, βιώνει και επανασυνθέτει το έργο. Το αποτέλεσμα είναι εξίσου Ravel όσο και Mussorgsky.

Η ενορχήστρωση δεν είναι από μόνη της τέχνη, είναι τεχνική. Προκειμένου το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα να είναι ικανοποιητικό δεν αρκεί μια μεταγραφή από ένα Α σύνολο οργάνων σε ένα Β απλώς με βάση κάποιους κανόνες. Όσο βαθιά κι αν είναι η γνώση μας στο αντικείμενο, όσο ενδελεχής κι αν είναι η εργασία μας επάνω σε αυτό, δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται η οπτική του δημιουργού, του συνθέτη, που θα λειτουργήσει όχι ως κάποιος που μεταφράζει ή που αναπαλαιώνει αλλά ως κάποιος που γεννάει εκ νέου τη μουσική.

Αυτός είναι και ο λόγος που η ενορχήστρωση του Anton Webern της 6φωνης φούγκας από την Μουσική Προσφορά του J.S. Bach είναι επιτυχημένη και ακούγεται τόσο ευχάριστα. Ο Webern δεν κάνει το λάθος του Schoenberg, δεν επιχειρεί απλά να ενορχηστρώσει τον Bach χρησιμοποιώντας ένα σύνολο που είναι είναι τελείως ξένο προς τη μουσική γλώσσα του Ιωάννη Σεβαστιανού. Επανασυνθέτει ή ―καλύτερα― συνθέτει με αφορμή και υπόστρωμα τον Bach. Μέσω της ενορχήστρωσης και των ηχοχρωματικών προβολών του Webern η συνέχεια των γραμμών του Bach σπάει για να αποκαλύψει μοτιβικά στοιχεία και συσχετισμούς που ενδιαφέρουν τον Webern και που δεν είναι αλλιώς εμφανή. Η αποκρυπτογράφηση μιας προηγουμένως κρυμμένης ομορφιάς. Η ενορχήστρωση ακολουθεί την αισθητική της αυστηρής (υπόδειγμα οικονομίας) και γεμάτης θραύσματα γραφής του Webern: πρόκειται κατά κάποιον τρόπο για ένα σειραϊκό έργο χωρίς σειρές. Το αποτέλεσμα είναι μεγαλοφυές και είναι φυσικά περισσότερο Webern παρά Bach. (Παραβάλετε ―όχι την ενορχήστρωση― την επεξεργασία του Webern στον Bach με αυτή του Adès στον Dowland).

Ακούμε: 
  • Το πρωτότυπο: Johann Sebastian Bach: Musikalisches Opfer, BWV 1079 — Ricercare a 6. Τσέμπαλο παίζει o Menno van Delft:
  • και βεβαίως Bach-Webern: Fuga (Ricercare) a 6 voci aus dem "Musikalischen Opfer". Την Φιλαρμονική της Βιέννης διευθύνει ο Claudio Abbado:

18/10/08

Brahms-Schoenberg: Κουαρτέτο με πιάνο αρ. 1 σε σολ ελάσσονα, op. 25

Η μεγάλη εποχή της ορχήστρας ήταν στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Αυτό συνδέθηκε κυρίως με την τεχνική τελειοποίηση των πνευστών οργάνων, βλ. χάλκινα, που μπορούσαν πλέον να ανταποκριθούν στις συνθετικές ιδέες. Η ορχήστρα μεγάλωσε και μπορούσε να υπηρετήσει το υστερορομαντικό ιδεώδες. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η αξία ενός συνθέτη μετριούνταν από την αξία των συμφωνικών του έργων. Τότε γράφτηκαν τα έργα για τις μεγάλες ορχήστρες, τα συμφωνικά ποιήματα του Ρ. Στράους, οι συμφωνίες του Μάλερ και βέβαια τα Γκούρε-Λίντερ του Σαίνμπεργκ. Τότε παρουσιάστηκαν και δύο νέες τάσεις. Η πρώτη ήταν η διόρθωση των ενορχηστρώσεων παλαιότερων συνθετών. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα οι συμφωνίες του Μπετόβεν (περισσότερα γι' αυτό σε μία μελλοντική ανάρτηση), με πλέον ακραία περίπτωση την επανενορχήστρωση όλων των συμφωνιών από τον Μάλερ (κυκλοφορούν από την BIS).

Η δεύτερη τάση - και αυτή που με ενδιαφέρει σήμερα - είναι η ενορχήστρωση έργων που δεν είναι γραμμένα για ορχήστρα. Ξαφνικά αρχίζουν να παρουσιάζονται ενορχηστρώσεις έργων, συνήθως για σόλο όργανο ή μουσικής δωματίου, που απαιτούν τεράστιες ορχήστρες. Για άλλη μια φορά το ρομαντικό ιδεώδες παρουσίαζε τις ακραίες του πλευρές*. Όπως πάντα, υπήρξαν ενορχηστρώσεις που έμειναν στο ρεπερτόριο και άλλες που, ευτυχώς, ξεχάστηκαν. Στην πρώτη κατηγορία η πιο γνωστή περίπτωση είναι η ενορχήστρωση του Ραβέλ στις Εικόνες από μία Έκθεση του Μουσσόργκσκυ - γνωρίζω τουλάχιστον άλλες δύο του ίδιου έργου - και στην δεύτερη κατηγορία θα κατέτασσα με ευκολία την ενορχήστρωση του Στοκόφσκυ της Τοκκάτας και Φούγκας σε ρε ελάσσονα του Ι. Σ. Μπαχ, που ακούγεται στην αρχή της Φαντασίας του Ντίσνεϋ (προσωπικά όχι μόνο δε μου αρέσει, αλλά τη θεωρώ τερατούργημα).

Ένας συνθέτης που ασχολήθηκε με ενορχηστρώσεις παλιότερων έργων είναι ο Σαίνμπεργκ. Ήδη από τα νεαρά του χρόνια ασχολιόνταν με ενορχηστρώσεις, διασκευές και μεταγραφές για πιάνο ορχηστρικών έργων για να βγάζει τα προς το ζην. Ήταν δεδηλωμένος λάτρης της μουσικής του Μπράμς, σε μια περίοδο που η μουσική του τελευταίου δεν ήταν και πολύ trendy στους avant-garde βιεννέζικους κύκλους. Μία αγάπη που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Έτσι όταν το 1937, σε μεγάλη δηλαδή ηλικία, ο Όττο Κλέμπερερ τον προέτρεψε να ενορχηστρώσει κάτι εκείνος διάλεξε με ευκολία το κουαρτέτο με πιάνο αρ. 1 σε σολ ελάσσονα. Όταν ρωτήθηκε γιατί το έκανε, απάντησε το εξής:

1. Μου αρέσει το κομμάτι.
2. Δεν παίζεται συχνά.
3. Δεν παίζεται καλά, γιατί όσο καλύτερος ο πιανίστας, τόσο πιο δυνατά παίζει, με αποτέλεσμα να μην ακούγονται τα έγχορδα. Ήθελα μια φορά να ακούσω τα πάντα, και αυτό το πέτυχα.
[ΣΣ: αυτό το τελευταίο θα το σχολιάσουμε παρακάτω]
...και όσο για τις προθέσεις του:

1. Να παραμείνω αυστηρά στο στυλ του Μπραμς και να μην πάω πέρα από όσο ο ίδιος θα πήγαινε αν ζούσε σήμερα.
2. Να τηρήσω πιστά όλους τους κανόνες που τηρούσε ο Μπραμς και να μην παραβιάσω κανέναν από αυτούς [τους κανόνες] που είναι γνωστοί σε μουσικούς που εκπαιδεύτηκαν στο περιβάλλον του [Μπραμς].

Η ενορχήστρωση είναι υποδειγματική. Βαθιά ριζωμένη στη γερμανική ενορχηστρωτική παράδοση. Βέβαια η ορχήστρα, ως προς τον αριθμό και το είδος των οργάνων που χρησιμοποιούνται, καμιά σχέση δεν έχει με την ορχήστρα του Μπραμς. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημά της συγκεκριμένης ενορχήστρωσης- και κατ' επέκταση των περισσοτέρων ενορχηστρώσεων αυτού του είδους. Ενώ το κομμάτι είναι σαφές πως πρόκειται για Μπραμς, δεν ακούγεται σαν Μπραμς. Αλλά ούτε και σαν Σαίνμπεργκ. Είναι κατασκευής Μπραμς και αγνώστου προέλευσης ηχοχρωματικής επιστρωμάτωσης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ηχητικά τόσο παραγεμισμένο, όσο δεν το κατάφερε ποτέ του ο ίδιος ο Μπραμς. Είναι αρκετός καιρός που ασχολούμαι με αυτό το κομμάτι και κάθε φορά που ακούω την ενορχηστρωμένη εκδοχή μένω με την απορία. Καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους το έκανε, αλλά, παρά την πολύ προσεγμένη δουλειά (θα μπορούσε κανείς να διδάξει ακαδημαϊκή ενορχήστρωση από αυτό), προτιμώ να ακούω το πρωτότυπο.

Παρακάτω σας βάζω το πρώτο μέρος του κουαρτέτου με τον Έμιλ Γκίλελς και μέλη του Κουαρτέτου Αμαντέους. (Σε αυτήν την εκτέλεση μπορείτε να ακούσετε ξεκάθαρα τα υπέροχα ηχοχρώματα του Γκίλελς και τις διαβαθμίσεις που πετυχαίνει. Παρεπιπτόντως, ο Γκίλελς θεωρείται από τους καλύτερους ερμηνευτές Μπραμς. Η ηχογράφηση των κονσέρτων για πιάνο του Μπραμς θεωρείται ακόμη και σήμερα η καλύτερη που κυκλοφορεί).


Στους παρακάτω συνδέσμους μπορείτε να ακούσετε ενορχηστρωμένο το πρώτο μέρος: 1a και 1b.
Την συμφωνική ορχήστρα της ραδιοφωνίας της Φρανκφούρτης διευθύνει ο Paavo Jaervi. (Η ανάρτηση των συγκεκριμένων βίντεο δεν επιτρέπεται).


Ανέκδοτα

1. Ο Σαίνμπεργκ θεωρούσε την εργασία του αυτή ως την "5η Συμφωνία" του Μπραμς.

2. Η πρεμιέρα του έργου πραγματοποιηθήκε στις 7 Μαΐου 1938 στο Λος Άντζελες. Τη συμφωνική ορχήστρα της πόλης διηύθυνε ο Όττο Κλέμπερερ. Ο Κλέμπερερ λοιπόν, διηγείται πως κατά τη διάρκεια των δοκιμών τον πλησίασε ο μάνατζερ της ορχήστρας και του είπε: "Δεν καταλαβαίνω γιατί λένε πως ο Σαίνμπεργκ δεν έχει μελωδίες. Αυτό είναι πολύ μελωδικό".

Σύνδεσμοι

Υπάρχουν μερικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη ενορχήστρωση στο Κέντρο Άρνολντ Σαίνμπεργκ (στα γερμανικά). Επισκεφτείτε αυτήν την σελίδα. Θα βρείτε γενικά στοιχεία για το έργο, μπορείτε να ακούσετε όλη την ενορχήστρωση και μετά ακολουθείστε τους συνδέσμους. Περιέχει:
1. μια πολύ καλή ανάλυση του έργου (Einführung),
2. την εισαγωγή σε pdf από τον σχετικό τόμο της κριτικής έκδοσης των απάντων του Σαίνμπεργκ (Einleitung. Εδώ θα διαβάσετε το γράμμα του Σαίνμπεργκ - στα αγγλικά - στον δημοσιογράφο της San Francisco Chronicle, σχετικά με τις προθέσεις του όσον αφορά της ενορχήστρωση),
3. Ενημερωμένη δισκογραφία (Discographie).

Σημειώσεις


*Μην ξεχνάμε και τους πρακτικούς-εμπορικούς λόγους. Ξαφνικά εμφανίστηκαν όλα αυτά τα εξελιγμένα όργανα, οι ορχήστρες θέριευσαν και δεν υπήρχε ρεπερτόριο για αυτό το νέο μέσο. Οι ενορχηστρώσεις κάλυπταν και αυτό το κενό.

16/10/08

Ένα αστέρι γεννήθηκε

[Το δεύτερο μέρος για τα τραγούδια θα μου αργήσει κι άλλο στο μεταξύ ας ακούσουμε λίγο Σοπέν]

Τον Rafal Blechacz μου τον έκανε γνωστό ο Statler όταν μου είχε στείλει να δω κάποια βίντεο στο YouTube από το διαγωνισμό Σοπέν όπου νικητής αναδείχθηκε ο νεαρός αυτός Πολωνός. Συγκεκριμένα τα βίντεο που μου είχε στείλει ο Statler ήταν με το φινάλε της 3ης Σονάτας του Σοπέν. Πολύ απλά με τον μικρό έπαθα χοντρή πλάκα. Δεν ξέρω καλύτερη εκτέλεση αυτής της σονάτας. Στο YouTube θα βρείτε πολλές ερμηνείες από πολλούς διαφορετικούς πιανίστες· καμιά και κανένας δεν πλησιάζει την ερμηνεία του Blechacz. Ένας μεγάλος σοπενιστής γεννήθηκε.

Πρόσφατα αγόρασα το δίσκο που έβγαλε με τη Deutsche Grammophon με τα πρελούδια του Σοπέν και δε μπορώ να σταματήσω να τον ακούω. Τέτοια λεπτομέρεια στον ήχο και τη φράση δεν έχω ξανακούσει. Ούτε μπορώ να σκεφτώ εύκολα άλλον πιανίστα εδώ και αρκετές γενιές (ο Kissin για παράδειγμα δε μου αρέσει καθόλου) που να δίνει τόσο καλά τη σκέψη του γαλλοπολωνού. Είχαμε αρχίσει να πιστεύουμε ότι η παλιά παράδοση της σοπενικής ερμηνείας είχε εκλείψει· είναι ευτυχές το ότι ο Blechacz διαψεύδει αυτές τις εντυπώσεις. Ένας νέος πιανίστας που συνεχίζει την παράδοση των μεγάλων δασκάλων του πιάνου.



Απολαύστε μια πραγματικά μοναδική, συγκλονιστική ερμηνεία του πολύ γνωστού 4ου πρελουδίου σε μι ελάσσονα:

Δείτε επίσης το βίντεο από το διαγωνισμό με το φινάλε της 3ης Σονάτας:


13/10/08

Μικρόν Μουσικόν Λεξικόν

Κάποια στιγμή ο rowlf μου ζήτησε μια ανάρτηση με μουσικούς όρους. Σας παραπέμπω αρχικά σε αυτήν την μικρή συλλογή. Καλή διασκέδαση.

12/10/08

Καινούρια όπερα; Καλή ιδέα. Καλή τύχη.

Διαβάζοντας σήμερα το πρωί τους New York Times έπεσα σε ένα άρθρο με θέμα τις δυσκολίες μιας καινούριας παραγωγής όπερας. Το ενδιαφέρον είναι πως κάνει μια ανασκόπηση των σημαντικότερων νέων παραγωγών των τελευταίων τεσσάρων-πέντε χρόνων. Οι παρατηρήσεις του πολύ εύστοχες.

Update

Επίσης εδώ θα βρείτε ένα άρθρο μαζί με ένα βίντεο για την πρεμιέρα της όπερα του John Adams "Dr. Atomic" στη Met.

8/10/08

Darknesse Visible

Ο Thomas Adès είναι ο πιο προβεβλημένος Βρετανός συνθέτης της γενιάς του. Παρόλα αυτά από όση μουσική του έχω ακούσει μόνο το κομμάτι που σας βάζω να ακούσετε μου αρέσει. Φαίνεται ότι κάπου χάνω το νόημα και το πνεύμα της μουσικής του. Ενώ γενικά η σύγχρονη μουσική είναι αυτή που κυρίως με συγκινεί και με ενδιαφέρει, ο συγκεκριμένος συνθέτης στην καλύτερη με αφήνει αδιάφορο. Συνήθως τον βρίσκω φλύαρο και χωρίς ουσία.

Ο συνθέτης σημειώνει στην παρτιτούρα:
This piece is an explosion of John Dowland's lute song "In Darknesse Let Mee Dwell" (1610). No notes have been added; indeed, some have been removed. Patterns latent in the original have been isolated and regrouped, with the aim of illuminating the song from within, as if during the course of a performance.

In darknesse let mee dwell,
the ground shall sorrow be,
The roofe Dispaire to barre
all cheerfull light from mee,
The wals of marble blacke
that moistned still shall weepe,
My musicke, hellish, jarring sounds
to banish friendly sleepe.
Thus wedded to my woes,
and bedded to my Tombe,
O let me living die,
till death doe come.

Dowland ends the song with a restatement of the opening line.
Και πράγματι είναι από τις λίγες φορές που το σημείωμα ενός συνθέτη ανταποκρίνεται τόσο καλά σε αυτό που συμβαίνει. Πρόκειται επίσης για μια περίπτωση όπου μια εξαιρετικά απλή ιδέα αποδεικνύεται ιδιαίτερα επιτυχημένη ως προς το αποτέλεσμα. Αυτή η καθαρότητα και η αμεσότητα που υπάρχει στο κομμάτι ετούτο είναι αυτό που λείπει από την υπόλοιπη μουσική του Adès και πιθανόν αυτό να είναι που με απωθεί σε όσα άλλα έργα του έχω ακούσει.

(Για την ιστορία του πράγματος, η ιδέα να πειραχτεί ένα έργο παλαιότερης μουσικής και να παρουσιαστεί ως σύγχρονη μουσική ούτε καινούρια ούτε πρωτότυπη είναι. Γνωρίζω αρκετά έργα που κάνουν παρόμοια πράγματα και μάλιστα με πιο έξυπνο τρόπο. Όμως το Darknesse Visible πετυχαίνει λόγω της ιδιαίτερης ατμόσφαιρας που φτιάχνει).

Πιάνο παίζει ο Andreas Haefliger:

Σημείωση: Αξίζει να αναφέρω μια πρωτοτυπία της παρτιτούρας. Η παρτιτούρα είναι έγχρωμη. Ο συνθέτης χρησιμοποιεί διαφορετικό χρώμα για κάθε φωνή ώστε να είναι ακόμη πιο εμφανής η πορεία της (αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει κάποια πρακτική σημασία γιατί λόγω της "έκρηξης" μια φωνή μπορεί σε ορισμένα σημεία να ανεβοκατεβαίνει οκτάβες από νότα σε νότα).