Rowlf:
Το ρεμπέτικο με αφήνει παγερά αδιάφορο, οπότε δεν έχω ασχοληθεί και δεν έχω ακούσει περισσότερο από διάφορες περιστάσεις αναγκαστικής ακρόασης (που δυστυχώς για μένα δεν είναι τόσο λίγες όσο θα προτιμούσα). Παρόλα αυτά κάποια σχόλια που κατά καιρούς έχω ακούσει για αυτό από ανθρώπους που υποτίθεται ότι το γνωρίζουν και το μελετάνε με κάνει να αναρωτιέμαι τι ακριβώς καταλαβαίνουν αυτοί.
Ένα τέτοιο σχόλιο πολύ ενδεικτικό του επιπέδου αυτών των "ειδικών" του ρεμπέτικου που μου έκανε αλγεινή εντύπωση είναι ότι το ρεμπέτικο είναι η "ελληνική τζαζ". Αυτό το έχω ακούσει από διάφορους ―υποθέτω ότι πρόκειται για τους ίδιους που λένε κάτι άλλα αντιστοίχως συγκλονιστικά όπως ότι ο Χριστός ήταν κομμουνιστής. Η λογική είναι ότι και τα δυο μουσικά είδη γεννήθηκαν από κοινωνικές ομάδες που ήταν οι παρίες της εποχής τους, πρόκειται για μουσικές που γεννήθηκαν στο περιθώριο. Δυστυχώς για τους θαυμαστές του ρεμπέτικου οι ομοιότητες με τη τζαζ αρχίζουν και τελειώνουν σε αυτή την παρατήρηση.
Το ρεμπέτικο έχει προ πολλού πεθάνει, η τζαζ κάθε άλλο. Αυτό κανονικά αρκεί για να δείξει κανείς την αχανή απόσταση ανάμεσα στα δυο, αλλά ας το αναπτύξω κάπως περισσότερο.
Ας κάνουμε μια σύγκριση: Πόσα είναι τα ρεμπέτικα τραγούδια που ξεχωρίζουν από το σωρό του ρεμπέτικου ρεπερτορίου; Πως συγκρίνεται αυτός ο αριθμός με το αντίστοιχο πρωτοκλασάτο ρεπερτόριο της τζαζ; Ακόμα περισσότερο: όταν μιλάμε για ρεμπέτικο μιλάμε για τραγούδια. Μόνον. Η τζαζ ως είδος έχει δώσει έργα σε πολύ περισσότερες φόρμες, όχι μόνο τραγούδια, αλλά και απόλυτη μουσική. Έχει γραφτεί μουσική με πολύ πιο σύνθετες φόρμες από το απλοϊκότερο τραγούδι. Η γλώσσα και η αισθητική της τζαζ έχει παρουσιάσει μια εκπληκτική εξέλιξη από το ragtime ως τη free jazz ως διάφορα σύγχρονα progressive/πειραματικά ιδιώματά της που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα αντίστοιχα προερχόμενα από την κλασική μουσική (μου έρχεται στο νου τώρα και το θρυλικό στους κόλπους της πειραματικής μουσικής σύνολο ΑΜΜ το οποίο προήλθε από jazz μουσικούς). Τι αντίστοιχη εξέλιξη έχει να επιδείξει το ρεμπέτικο; Το πολύ-πολύ να πάμε στον Καζαντζίδη και την μετεξέλιξη στα σκυλάδικα. Το ρεμπέτικο πέθανε χωρίς να καταφέρει να φτιάξει ένα ενεργό δημιουργικό context, αυτό δηλαδή που ονομάζουμε παράδοση.
Όσοι λοιπόν λένε ότι το ρεμπέτικο είναι η ελληνική τζαζ μάλλον δεν αντιλαμβάνονται την αντίθεση: Το ρεμπέτικο ανήκει στην στατική ανατολή και παρέμεινε μέχρι τέλους μια λαϊκή μουσική. Η τζαζ ξεκίνησε ως είδος λαϊκής μουσικής αλλά μάλλον γρήγορα ξέφυγε από αυτό το στάδιο και έγινε ένας πολύ πιο σύνθετος (λόγιος) μουσικός πολιτισμός, μάλιστα ο τρόπος (δίχως εφησυχασμό, δίχως αισθητικές αγκυλώσεις) και ο ταχύς ρυθμός εξέλιξής της την κατατάσσουν στη δύση.
Marginalia:
Συχνά μέρος αυτού του μεταπολιτευτικού φαντασιακού πολιτιστικού επινοήματος που ονομάζεται έντεχνο τραγούδι κάνει συνδέσεις με το ρεμπέτικο. Δεν ξέρω κατά πόσο υπάρχουν επιρροές, ίσως και να υπάρχουν κάποιες ―πάντως ούτε το πιο ευφάνταστο σενάριο δε θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πρόκειται για κάποιου είδους συνέχεια του ρεμπέτικου. Συνήθως αυτές οι κούφιες ρητορίες περί σχέσεων με το ρεμπέτικο γίνονται για να υποκλαπεί μέρος της αίγλης που η άμουση μεταπολιτευτική διανόηση της χώρας (τη συνοδεία διάφορων ιδεολογικών εμμονών της) απέδωσε στο ρεμπέτικο (δόξα δι' αντικατοπτρισμού με άλλα λόγια). Βρίσκω χρήσιμο να υπενθυμίσω εδώ ότι το ενδιαφέρον για το ρεμπέτικο σε αυτούς τους κύκλους ξεκίνησε από τον Μάνο Χατζηδάκη. Υποψιάζομαι ότι το ενδιαφέρον του Χατζηδάκη (και του Χριστιανόπουλου και αρκετών άλλων εκείνης της γενιάς) για το ρεμπέτικο ξεκινά ως συμπάθεια για κάτι αντίστοιχα περιθωριακό με την ερωτική του ταυτότητα. Δηλαδή για τον Χατζηδάκη ήταν θέμα εκλεκτικής συγγένειας.
Chef:
Το ρεμπέτικο είναι η πιο αγνή έκφραση του καημού του Έλληνα. Το σεκλέτι, ο πόνος του ξεριζωμού, ο κώδικας του μάγκα, βρίσκουν στο ρεμπέτικο την αμεσότερη αποτύπωσή τους. Το ρεμπέτικο ευτύχησε να υπηρετηθεί από μεγάλες μορφές, όπως ο Βαμβακάρης και ο Τσιτσάνης, μορφές γνήσια λαϊκές που τραγούδησαν στα τραγούδια τους όσο κανείς άλλος τα προβλήματα και τους πόθους του ελληνισμού.
Την προηγούμενη παράγραφο αν τη διαβάζατε οπουδήποτε αλλού, μάλλον δε θα σας προξενούσε καμία εντύπωση. Σε αυτό όμως το ιστολόγιο είναι τουλάχιστον ύποπτη. Όντως. Τις παραπάνω αρλούμπες θα τις συναντήσετε στην μεγάλη πλειοψηφία των κειμένων και μελετών που έχουν εκδοθεί για το ρεμπέτικο στην Ελλάδα. Η σχέση τους με την πραγματικότητα; Ελάχιστη. Έχουν όμως πάρα πολλή σχέση με τους ευσεβείς πόθους και τα συμπλέγματα των κυρίων που γράφουν αυτά τα κείμενα. Θα αναλύσω παρακάτω τους πιο κοινούς από αυτούς. Προσδεθείτε:
Πόθος 1: Ο μύθος της ελληνικότητας.
Μπα; Υπάρχει δείκτης ελληνικότητας στην καλλιτεχνική έκφραση και δεν το ξέραμε; Και το ρεμπέτικο έχει τη μεγαλύτερη βαθμολογία σε αυτήν την κλίμακα; Και όσοι Αρμένιοι γράφανε ρεμπέτικα ήταν Έλληνες και δεν το ξέρανε; Τα τραγούδια του Βαμβακάρη που ήταν καθολικός τι βαθμολογία πετυχαίνουν; Φαντάζομαι όχι τόσο ψηλή όσο τα αντίστοιχα του βλάχου Τσιτσάνη, θα πρέπει να υπάρχουν κάποιοι βαθμοί ποινής. Και η μουσική του Ξενάκη, του Σκαλκώτα, του Χρήστου πόσους πόντους πιάνει;
Αυτά είναι βλακείες. Κανένα είδος μουσικής δεν έχει καπαρώσει την ελληνικότητα για τα προϊόντα του.
Πόθος 2: Αγνό παρθένο μαλλί.
Αυτό είναι βέβαια ένα άλλο γνωστό καπέλο. Και δεν έχει να κάνει με τους ρεμπέτες, αλλά με τους μελετητές. Οι ρεμπέτες ήταν κανονικοί άνθρωποι, αυθεντικοί μέσα στο περιβάλλον τους, το οποίο ήταν σκληρό, αυστηρό και βαθιά συντηρητικό. Αυτά περί αγνότητας/ αυθεντικότητας τα εφευρίσκουν διάφοροι απογοητευμένοι από τη ζωή τους αστοί, που θεωρούν πως χάσαν την αγνή τους φύση στα γρανάζια της σύγχρονης κοινωνίας και νομίζουν πως την ξανανακαλύψαν στην φαινομενική γι’ αυτούς απλότητα ανθρώπων κατώτερης κοινωνικής τάξης από τη δική τους. Αυτή η καραμέλα παίζει αιώνες τώρα. Θέλετε μια γεύση αυθεντικότητας; Ορίστε:
"Είχα μια γκόμενα τότε, τη Σοφία. Μου την είχε κάνει κοπάνα, και ένα βράδυ εγώ και ένας άλλος φαντάρος, αλιποτάχτης κι αυτός, Γιάννης Βασάλος από τα Καμίνια του Πειραιά, μαζί την είχαμε κάνει κοπάνα. Είχε κι αυτός μια γκόμενα, τη Νίτσα, στα Βούρλα, που ήθελε και αυτός να της κάνει ζnμιά, γιατί τα 'χε μπλέξει μ' ένανε αρχιφύλακα του Τμήματος Ηθών. Η δικιά μου τά 'χε μπλέξει μ' έναν κελευτή.
Αλιτάχτες είμαστε, αρματωνόμαστε και πάμε πρώτα στη δικιά μου. Είναι περιπέτεια μεγάλη. Ανεβαίνω στο μπουρντέλο, μόλις με είδε αυτή, κέρωσε. Φαντάρος εγώ, μπουκάρω άφοβα μέσα. Πώς τη μαλαγριάζω και τη φέρνω βόλτα αστραπαίως μπρος σε κάτι αστυνομικούς και κάτι κελευτές και ναύτες. Της δίνω μια μαχαιριά στο αριστερό μάγουλο, και το μαχαίρι βγήκε από το άλλο μέρος ―με τέτοια λύσσα που παραλίγο να της κόψω το κεφάλι. Πηδάω τη σκάλα, μπήζει τις φωνές αυτή. Το αίμα ποτάμι. Τρέχει η αστυνομία, οι ναύτες, να με πιάσουνε".
"Και μια μέρα αποφασίζω να πάω στο μπουρντέλο που είχανε πάει τη Σοφία εκεί για ανάρρωση, γιατί δεν είχε κανένα να την κοιτάξει. Ένα πρωί αποφασίζω και πάω. Μπαίνω στο μπουρντέλο σαν κύριος μέσα. Πάω γραμμή στης Σοφίας το δωμάτιο. Tη βλέπω φασκιωμένη και της δίνανε γάλα με ένα χωνάκι. Μόλις με είδε, μπήζει τα κλάματα. Της λέω: "Δεν έφταιγα, ρε Σοφία, ήμουνα μεθυσμένος, Άλλοι με παρακίνησαν. Από 'δω την έχω, από 'κει την έχω, τη συνεφέρω και της λέω: ―Πάνε τώρα, πέρασαν όλα. Από δω και πέρα θά 'μαστε μαζί όπως πρώτα".
Αυθεντική αυθεντικότητα από το βιβλίο του Μιχάλη Γενίτσαρη “Μάγκας από μικράκι”. Τι έχετε να πείτε τώρα; Μέσ’ στην αγνότητα ένα πράγμα.
Πόθο 3: Πχιοτική μουσική.
Όποτε παρουσιάζεται κάποια συναυλία με ρεμπέτικη μουσική σε κάποιο Μέγαρο Μουσικής οι γνωστοί συντάκτες ξεκινούν να μιλούν για δικαίωση, για αναγνώριση και άλλα τέτοια χαζά. Λες και η αξία της κάθε μουσικής εξαρτάται από τα τούβλα εντός των οποίων ακούγεται. Η αλήθεια είναι πως το πρόβλημα του ρεμπέτικου ξεκίνησε από τα πρώτα του χρόνια. Mια κριτικός της εποχής, η Σοφία Σπανούδη, είχε γράψει για την Παξιμαδοκλέφτρα πως είναι “υπόδειγμα ταπεινού, χυδαίου και γαιώδους κομματιού, που χαμοσέρνει την τέχνην των ήχων στα βρωμερώτερα επίπεδα της σαρκικής μουσικής ρυπαρογραφίας”. Αυτό είναι ενδεικτικό του πώς αντιμετωπίζανε το ρεμπέτικο τότε. [ΣΣ: Ο Τσαρούχης θα αλλάξει αργότερα τη γνώμη της Σπανούδη, η οποία μεταπολεμικά θα γράφει ύμνους για τον Τσιτσάνη.] Επίσης, μην κοιτάτε τώρα που το ρεμπέτικο το θαυμάζουν δεξιοί και αριστεροί, σαν την Κανέλη ένα πράγμα. Όταν πρωτοεμφανίστηκε, οι δεξιοί το κυνηγούσανε ούτως ή άλλως, αφού δεν προερχόταν από την τάξη τους, συντηρητικοί οι ίδιοι βέβαια. Οι αριστεροί από την άλλη απορρίπτανε τους ρεμπέτες γιατί΄δεν είχαν ταξική συνείδηση, ούτε βέβαια θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως με τα τραγούδια τους συμβάλλανε οι ρεμπέτες στην ταξική αφύπνιση. Μόνο πολύ αργότερα, όταν το ρεμπέτικο είχε πεθάνει και μετεξελιχτεί σε λαϊκό το αποδεχτήκανε οι αριστεροί. Όσο για τους δεξιούς, έπρεπε να αρχίσουν να ακούνε στο ρεμπέτικο το μουσικό αντίστοιχο του Παρθενώνα ή τη συνέχεια των ύμνων της Αγια-Σοφιάς για να το αποδεχτούν - έπαιξε βέβαια το ρόλο της και η ομιλία του Χατζιδάκι στο Θέατρο Τέχνης. Ο Χατζιδάκης όμως είχε το μέγεθος να καταλάβει δυο τρία βασικά πράγματα. Το πρώτο, από συνέντευξη στη Δήμητρα Γκουντούνα στην ΕΡΤ 1: “Το ό,τι έγραψε δηλαδή κανείς μια συμφωνία, πάει να πει πως είναι αυτόματα ανώτερη από ένα τραγούδι του Τσιτσάνη!”, όπερ μεθερμηνευόμενον, η ποιότητα της μουσικής είναι ανεξάρτητη τους είδους. Και το δεύτερο σε ανύποπτη στιγμή: “Το ρεμπέτικο έχει πεθάνει. Μετά το ’50 δεν υπαρχει ρεμπέτικο. Το μόνο που μας άφησε είναι καμιά πενηνταριά τραγούδια όλα κι όλα”. Και σημειώνουμε πως το ρεμπέτικο είχε μια παραγωγή κοντά στα 10.000 τραγούδια (υπολογισμός του Ηλία Πετρόπουλου).
Πόθος 4: Κλαιν τα μάρμαρα; Δάκρυσε η εικόνα; Θαύμα.
Να μην ξεχνιόμαστε, όπως κάθετι άλλο, το ρεμπέτικο είναι απευθείας απόγονος της αρχαιοελληνικής μουσικής. Ένταξει, μπορεί οι ρεμπέτες να μην κάθισαν να διαβάσουν Αριστείδη Κοϊντιλλιανό, όμως το αγνό ελληνικό αίμα που έρεε στις φλέβες τους, αρκούσε για να ξεπεραστούν οι όποιες τεχνικές δυσκολίες [ΣΣ: άσχετα αν ρεμπέτες γινόταν μόνο Έλληνες, Τουρκομερίτες, Αρμένιοι και Εβραίοι (είμαι σίγουρος, οι τελευταίοι ήταν εντεταλμένα όργανα του διεθνούς σιωνισμού)]. Βέβαια οι πιθανότητες να έχει σχέση η ρεμπέτικη μουσική με τα χορικά του Αισχύλου είναι τόση, όση και το να ακούμε σήμερα στις εκκλησίες τους ίδιους ύμνους που ψάλλονταν στην Αγια-Σοφιά [ΣΣ: κάτι τέτοια ισχυρίζονται κάτι δικοί μας Βυζαντινολόγοι και στο εξωτερικό δε θέλουν ούτε να τους βλέπουν, ονόματα δε λέμε]. Το ζήτημα είναι αρκετά περίπλοκο και πολύπλευρο, αλλά εμείς ξέρουμε βέβαια καλύτερα, μιας και περπατούμε στην ίδια άσφαλτο που χάραζε με τα πέταλά του ο Βουκεφάλας.
Όπως καταλαβαίνετε, το πρόβλημά μου, δεν είναι με το ρεμπέτικο καθ’ αυτό, αλλά με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται. Το ρεμπέτικο είναι απλώς άλλο ένα είδος μουσικής. Και όπως σε κάθε είδος γράφτηκαν και χαζομάρες και αριστουργήματα. Ο καθένας μπορεί να ακούει ό,τι του αρέσει. Με γεια του με χαρά του. Αλλά αυτές οι αγιογραφίες του ρεμπέτικου δεν αντέχονται με τίποτα. Το ρεμπέτικο μέχρι τώρα το μελέτησαν και το διέσωσαν με πολύ μεράκι άνθρωποι κυρίως ερασιτέχνες - και συνήθως δεν ήταν μουσικοί οι ίδιοι. Είμαστε ευγνώμονες, αλλά δυστυχώς στα κείμενα τους γράφουν όπως ανέφερα στην αρχή του δικού μου μέρους περισσότερο για τον εαυτό τους και λιγότερο για τη μουσική εν προκειμένω. Και με τον γνωστό τρόπο αυτό πολλαπλασιάστηκε, μια και όλοι αυτοί οι πόθοι αναφέρονται στα συλλογικά μας απωθημένα. Άντε, καιρός να τελειώνουμε με όλα αυτά.
Update:
Saetiger ζήτησε, saetiger έλαβε:
34 σχόλια:
Υπάρχει δείκτης ελληνικότητας στην καλλιτεχνική έκφραση και δεν το ξέραμε;
Ναι ρε, υπάρχει και παραϋπάρχει, τους συνδικαλιστές της τέχνης όπως την EEM τι τους έχουμε;
“Το ό,τι έγραψε δηλαδή κανείς μια συμφωνία, πάει να πει πως είναι αυτόματα ανώτερη από ένα τραγούδι του Τσιτσάνη!”
Περίεργη (εώς τελείως άκυρη) η φράση του Χατζηδάκη. Το θέμα δεν είναι να πάρουμε μια χάλια συμφωνία και να τη συγκρίνουμε με το καλύτερο τραγούδι του Τσιτσάνη, αλλά την καλύτερη συμφωνία με το καλύτερο τραγούδι του Τσιτσάνη (ή με το καλύτερο ρεμπέτικο τραγούδι).
Το θέμα είναι αυτό που παρακάτω γράφεις πολύ καλύτερα από ότι το είπε ο Χατζηδάκης (που λαϊκίζει ασύστολα σε αυτή του τη φράση), η απόλαυση που παίρνει κανείς από τη μουσική είναι προσωπική υπόθεση (και είναι τελείως ανεξάρτητη από ποιότητες και είδη ― αρκετοί είναι αυτοί που πραγματικά απολαμβάνουν σκυλάδικα, αφού τους αρέσουν, πολύ καλά κάνουν)
Μόνο πολύ αργότερα, όταν το ρεμπέτικο είχε πεθάνει και μετεξελιχτεί σε λαϊκό…
Το ότι το λαϊκό είναι μετεξέλιξη του ρεμπέτικου είναι κάτι που επίσης ακούω (ως φράση) πολύ συχνά, αλλά που δεν ακούω (ως μουσική).
@rowlf
Ως προς το δεύτερο σχόλιό σου για μένα πάλι υπάρχει. Είναι λίγο σα να πήραν το ρεμπέτικο και έκαναν αυτό που λένε οι αγγλοσάξωνες cut the rough edges. Τουλάχιστον έτσι το ακούω.
Εγώ πάλι ακούω απλά κάποιες επιρροές. Αυτό το βρίσκω λίγο. Πως πχ ο Ravel επηρεάστηκε και χρησιμοποίησε τη jazz σε κάποια έργα του (Κοντσέρτο για πιάνο, σονάτα για βιολί και πιάνο, Το παιδί και τα μάγια κτλ). Ε, δε θα έλεγα ότι ο Ravel έγραψε jazz ή ότι αυτά είναι μετεξέλιξη της jazz.
Με τo μετεξέλιξη υπονοείται μια πιο στενή σχέση που δεν την ακούω.
Παντως, απο ολοκληρη την κουστωδια των μελετητων του ρεμπετικου πρεπει να εξαιρεσω τον Ηλια Πετροπουλο. Ο Πετροπουλος εχει κανει εξαιρετικη δουλεια, δεν ασχολειται με τη μουσικη, εφοσον δεν ειναι μουσικος και περιγραφει με εξαιρετικη ακριβεια το αντικειμενο του. Εδώ ακριβώς είναι και η διαφορά του με όλους του υπόλοιπους. Δεν ωραιοποιεί τίποτε, ούτε πάσχει από σεμνοτυφία. Απλώς γράφει αυτό που μελέτησε. Και αυτό είναι που τον ξεχωρίζει άλλωστε σε όλες του τις δουλειές.
Να το θέσω κι αλλιώς γράφεις "είχε πεθάνει και μετεξελιχθεί". Ή είχε πεθάνει ή είχε μετεξελιχθεί. Ή το ρεμπέτικο μετατράπηκε σε λαϊκό οπότε έχουμε σαφή συνέχεια ή πέθανε και να ζήσουμε να το θυμόμαστε. Πάντως και ο Χατζηδάκης και όλοι σχεδόν το δεύτερο λένε, ότι πέθανε.
Εντάξει η κριτική ρε παιδιά, αλλά βάλτε και κανένα ρεμπέτικο τραγουδάκι να φχαριστηθούμε κι εμείς που μπορεί να μη συμφωνούμε με όλα όσα λέτε. Και αφήστε να κουρεύονται οι γιαλαντζί κριτικοί εγχώριας παραγωγής και βεληνεκούς.
Ο chef λεει ότι γράφτηκαν και αριστουργήματα. Ρίξε ρε συ chef κανένα από αυτά να ακούσουμε.
Πες μας ρε συ που δε συμφωνείς; (δε δαγκώνουμε …πολύ) αρφ
Εγώ ρεμπέτικο δε βάζω. Το δήλωσα, τα βαριέμαι. Αν θέλει ας κάνει ο μάγερας τον κόπο, ο δρόμος είναι ελεύθερος κι εγώ δεμένος.
Παιδιά, το post έχει τίτλο "Δυο κριτικές για το ρεμπέτικο" αλλά αν δεν κάνω λάθος εσείς δεν κρίνετε το ρεμπέτικο, αλλά τις διάφορες αρλούμπες που λένε διάφοροι για το ρεμπέτικο. Αυτό νομίζω είναι σαφές τόσο από την αρχική παράγραφο του σκύλου, ο οποίος λέει ουσιαστικά ότι δεν ξέρει τίποτα για το ρεμπέτικο αλλά το ίδιο συμβαίνει και με αυτούς που γράφουν γι' αυτό, όσο και από την τελική παράγραφο του μάγειρα, ο οποίος λέει ότι το πρόβλημά του δεν είναι το ρεμπέτικο καθαυτό, αλλά ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται. Αν θέλετε να κράξετε τους αερολόγους της μουσικής φιλολογίας, είμαι μαζί σας, αν θέλετε να κράξετε όμως το ρεμπέτικο, πρέπει να πείτε κάτι πιο δυνατό από το να επαναλαμβάνετε σχηματικά στερεότυπα περί "στατικής ανατολής" και "δυτικής τζαζ". Τέτοιοι αφορισμοί δεν απέχουν και πολύ από τα περί ελληνικότητας του ρεμπέτικου.
Το να ξοδεύεις ένα μεγάλο μέρος του post ανασκευάζοντας την άποψη ότι το ρεμπέτικο είναι η ελληνική τζαζ (ήθελα να 'ξερα ποιος ευφυής σκάρωσε τέτοια μπούρδα) είναι όντως σαν να προσπαθείς στα σοβαρά να απορρίψεις την άποψη ότι ο Χριστός ήταν κομμουνιστής.
Μάγειρα, δεν καταλαβαίνω καθόλου πού το πας με την παραπομπή του Γενίτσαρη.
Λοιπόν, αφού ο σκύλος δηλώνει ότι βαριέται τα ρεμπέτικα, μάγειρα, περιμένω να καθαρίσεις εσύ.
Έχεις δίκιο, τον μάγειρα τον απασχολεί αποκλειστικά ο τρόπος που αντιμετωπίζεται το ρεμπέτικο, στο μεγαλύτερο βαθμό αυτό ενοχλεί κι εμένα με μια διαφορά.
Πολύ σύντομα αν είναι να βγει ένα συμπέρασμα "κατά του ρεμπέτικου" τόσο από τον μάγειρα όσο και από εμένα νομίζω ότι αυτό είναι το εξής: λόγω της θάλασσας ύμνων στο ρεμπέτικο που μας κατακλύζει και του εθνικού μας αυτισμού έχουμε χάσει την αντίληψη του πραγματικού μεγέθους του μέσα στο σύμπαν των μουσικών πολιτισμών αυτού του κόσμου.
Δυστυχώς την ατάκα αυτή με το ρεμπέτικο και τη τζαζ την έχω ακούσει ακόμα και από στόμματα που θα περίμενε κανείς να ξέρουν καλύτερα από το να αναμασούν αυτά που ακούνε δεξιά κι αριστερά, πχ από διάφορες μεγαλοκεφαλές της ΕΕΜ.
Το στατική ανατολή καίτοι στερεότυπο περιγράφει κάτι υπαρκτό. Επισημαίνω πάντως ότι δε χρησιμοποιήθηκε εκ μέρους μου ως μομφή κατά του ρεμπέτικου ούτε αποδίδω στη φράση αυτή αρνητική χροιά, υπάρχουν μουσικοί πολιτισμοί που ανήκουν στη "στατική ανατολή" αλλά είναι μεγάλοι, πολύ σημαντικοί και σύνθετοι πολιτισμοί (πχ ινδική μουσική). Οπότε ξανά: πως συγκρίνεται με αυτούς το ρεμπέτικο; Το στατική ανατολή χρησιμοποιήθηκε ως μέρος της αντίθεσης (που βγάζει μάτια και αφτιά) με τη τζαζ. Από τη μια έχουμε μια λαϊκή ανατολική κουλτούρα και από την άλλη μια λόγια δυτική, που βλέπουν την αντιστοιχία;
Αν λοιπόν από τη μεριά μου κάπως "κράζω" το ίδιο ρεμπέτικο είναι ότι υπενθυμίζω ότι πρόκειται για λαϊκή κουλτούρα, που αυτό και πάλι έχει περισσότερο να κάνει με το τρόπο που αντιμετωπίζεται και καθαγιάζεται οτιδήποτε "λαϊκό" (εντός κι εκτός εισαγωγικών) εντός της επικράτειας.
Το "κράξιμό" μου είναι το εξής: το με τι χαίρεται ο καθένας είναι κάτι προσωπικό και δε μπορεί να εξετάσουμε σοβαρά κάτι έτσι και να βγάλουμε άκρη, αυτό που μπορούμε να δούμε είναι τη σκέψη πίσω από κάθε μουσική. Όσο σπουδαίο και να είναι το ρεμπέτικο είναι ένα απλοϊκό μουσικό είδος, μια συμφωνία εξ ορισμού ανήκει σε κάτι πολύ πιο σύνθετο. Κατ' αντιστοιχία θα ήταν σα να έβγαινε κάποιος και να έλεγε: το δημοτικό τραγούδι είναι πολύ σπουδαίο, έχει δώσει αριστουργήματα. "Το ότι έγραψε κανείς ένα μυθιστόρημα πάει να πει πως είναι αυτόματα ανώτερο από ένα δημοτικό τραγούδι;" ― Δημοτικό τραγούδι - Έγκλημα και Τιμωρία, σημειώσατε χι. Ε, όχι δεν πάει έτσι, όταν φτάνουμε εκεί (και σε σχέση με το ρεμπέτικο εκεί είμαστε), έχουμε διαστρεβλωμένη προοπτική. Μπορεί η παξιμαδομαδοκλέφτρα να μην είναι οι χαζομάρες που γράφει η Σπανούδη, αλλά εμείς τείνουμε να τη βάλουμε δίπλα στις συμφωνίες του Μπετόβεν.
Κάτι ακόμα σημαντικό που τείνουμε να παραβλέπουμε: ακόμα και ως λαϊκή κουλτούρα, υπήρξε ιδιαίτερα βραχύβιο και φτωχό (αν κρίνουμε από αυτά που τελικά μας έμειναν από το σύνολο της παραγωγής του).
Παρακάτω δε λέω κάτι καινούριο, απλά ελπίζω ότι συνοψίζω με πιο καθαρό τρόπο κάποια από τα προηγούμενα.
Γράφει ο μάγειρας στο κείμενό του: "Όποτε παρουσιάζεται κάποια συναυλία με ρεμπέτικη μουσική σε κάποιο Μέγαρο Μουσικής οι γνωστοί συντάκτες ξεκινούν να μιλούν για δικαίωση, για αναγνώριση και άλλα τέτοια χαζά."
Λέει ο Χατζηδάκης: “Το ό,τι έγραψε δηλαδή κανείς μια συμφωνία, πάει να πει πως είναι αυτόματα ανώτερη από ένα τραγούδι του Τσιτσάνη!”
Αυτό που δεν φαίνεται να καταλαβαίνουν πολλοί είναι το τι ακριβώς σημαίνει λαϊκή μουσική/κουλτούρα και τι διαφορά έχει από μια λόγια, αυτή η σύγχυση νομίζω ότι ξεκίνησε και οφείλεται σε ιδεολογικές αγκυλώσεις σημαντικού τμήματος της αριστεράς. Όταν μιλούν για δικαίωση εννοούν: επιτέλους το ρεμπέτικο εξισώνεται με την κλασική μουσική.
Η φράση του Χατζηδάκη επιχειρεί μια ταχυδακτυλουργία. Όταν μιλάμε για συμφωνίες (βασικά κλασική μουσική) ή όταν μιλάμε για ρεμπέτικο ή για τζαζ, σκεφτόμαστε τα πιο γνωστά δείγματα κάθε είδους. Αν σου πω κλασική μουσική αυτό που την χαρακτηρίζει, το πρώτο πράγμα που θα πάει το μυαλό σου είναι Μότσαρτ, Μπετόβεν κτλ, αν πω ρεμπέτικο, Βαμβακάρη, Τσιτσάνη. Τα πιο γνωστά είναι και τα καλύτερα και είναι αυτά με τα οποία κρίνουμε, ορίζουμε και σκεφτόμαστε το τι είναι το κάθε μουσικό είδος. Αυτά έχουν σημασία, αυτά έχουν μείνει. Το ότι μπορεί να γραφτεί μια συμφωνία που να είναι απίστευτη πατάτα, δε σημαίνει τίποτα. Και σε κάθε περίπτωση αυτό δεν "ψηλώνει" τον Τσιτσάνη.
Αυτά θα έπρεπε να είναι αυτονόητα, δυστυχώς δεν είναι.
Παιδιά, μην υποτιμάτε τόσο την επιρροή του ρεμπέκτικου. Το σύνδρομο ανωτερότητας πάει χέρι χέρι με το σύνδρομο κατωτερότητας στη χώρα μας.
Παραθέτω δύο από τα πιο γνωστά παραδείγματα από τον λεγόμενο "δυτικό κόσμο":
http://www.youtube.com/watch?v=D5OHrQYwRac
http://www.youtube.com/watch?v=KKfhI2QVq0g&feature=player_embedded#
Ας διευκολύνω τη συζήτηση και ας δεχθώ ότι κάτι τέτοια είναι η πεμπτουσία της μουσικής επιρροής.
Σκέψου το εξής:
Πόσες τέτοιες επιρροές του ρεμπέτικου μπορείς να βρεις; Κατόπιν σκέψου πόσες τέτοιες επιρροές μπορείς να βρεις που να έχουν σχέση με τζαζ, με ινδική μουσική, μουσικές της άπω ανατολής, αραβική μουσική, λάτιν και πάει λέγοντας. Πόση είναι η επιρροή του ρεμπέτικου σε σχέση με άλλες μουσικές;
Επειδή σε τούτα τα μέρη πολλοί είναι αυτοί που γκαβλώνουν με το ρεμπέτικο, νομίζουν ότι η γκάβλα τους είναι και ένδειξη του μεγέθους του. Το ρεμπέτικο είναι άλλη μια λαϊκή μουσική ανάμεσα στις πάρα πάρα πολλές αυτού του κόσμου. Δεν είναι καν από τις μεγάλες σε διάρκεια και παραγωγή (συνεπώς και επιρροή).
Τώρα εσύ πάλι μπορείς να μας προσάπτεις διάφορα σύνδρομα επειδή το επισημαίνουμε αυτό…
Είναι πάντως ενδιαφέρον ότι το Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2004 δεν πανηγυρίστηκε ούτε με τον Ακάθιστο Ύμνο, ούτε με τα εθνικά τραγούδια της Βέμπο, ούτε με δημοτικά, αλλά με Τσιτσάνη.
Γιατί είναι ενδιαφέρον;
Να παρατηρήσω πως ο Τσιτσάνης (αν θυμάμαι καλά) είχε παραδεχτεί ότι εμπνεύστηκε μερικά τραγούδια από τις ινδικές ταινίες που προβάλλονταν κατά κόρον τότε. Δηλαδή σε αρκετά ρεμπέτικα υπάρχουν δάνεια από την ινδική μουσική.
Ενδιαφέρον θα ήτανε αν τραγουδούσαν τον Ύμνο της χαράς του Μπετόβεν, ο Τσιτσάνης είναι από το αναμενόμενο ρεπερτόριο.
Σε στιγμή που βιώσαμε ως εθνικό μεγαλείο (όλη η δόξα όλη η χάρη) και μας βγήκαν διάφορα ωραία εθνικιστικά (είχαμε δείρει και κάτι Αλβανούς που τολμήσανε να βγουν να χαρούν μαζί μας) και γενικά το είχαμε βιώσει λες και ήμασταν οι γαμάω, ο Τσιτσάνης ήταν το κατάλληλο soundtrack για αυτή την επίδειξη.
Ενδιαφέρον από την άποψη πως το είδος έχει πεθάνει εδώ και 40-50 χρόνια. Θα περίμενα κάτι πιο σκυλάδικο.
Ε, τα σκυλάδικα είναι περισσότερο της καψούρας, το ρεμπέτικο είναι μια από τις πηγές της εθνικής μαγκιάς.
Άσχετο με το θέμα, αλλά τον Ύμνο της Χαράς (ελαφρώς διασκευασμένο) τραγουδούσαν οι φίλοι της Ολυμπιακής ομάδας ποδοσφαίρου της Ν. Κορέας, πάλι το 2004. Φαίνεται πως αυτοί δεν έχουν εγχώρια αγνή έκφραση του καημού τους.
Δεν σας προσπάπτω κανένα σύνδρομο, παιδιά, μην παρεξηγιόμαστε. Η επιρροή του ρεμπέτικου μικρή μεν, υπαρκτή δε.
Ακόμη περιμένω από τον σεφ να μας πει δυο κουβέντες για αυτά τα 50 αριστουργήματα. Για μένα 50 αριστουργήματα δεν είναι καθόλου μικρός απολογισμός. Και ένα αριστούργημα είναι πολύ μεγάλη υπόθεση.
Ωραίο το θέμα σας και τα δύο μέρη καθώς και τα σχόλια σας.Προσωπικά πιστεύω οτι οτιδήποτε έχει να κάνει με τον πολιτισμό μας και την χώρα μας έχουμε καθήκον να διασώσουμε και να διαδώσουμε. Λετε οτι το ρεμπέτικο δεν έχει επιρρεάσει τον υπόλοιπο κόσμο.Μα ποιο είδος Ελληνικής μουσικής έχει πάρει την θέση που της αξίζει σε παγκόσμιο επίπεδο;Γνωρίζει πολύς κόσμος οτι η βυζαντινή σημειογραφεία είναι πολύ ποιό λεπτομερής και ακριβής απο την δυτική;Εχει αναγνωρίστεί ποτέ κανενας λυράρης όσο ο Ravi Shankar;Δηλαδή ΟΛΟΙ οι Ελληνες μουσικοί είναι κατώτεροι των οποιδήποτε ξένων που έχουν μεγαλύτερη φήμη;(ξέρω οτι είναι άτοπο να συγκρίνω τόσο ανόμοια πράγματα).Ειδικά το ρεμπέτικο τραγούδι υπηρετεί στοίχο που δεν μεταφράζεται χωρίς να χάσει πολύ απο τον χαρακτήρα του στην διαδικασία.Καλώς η κακώς είναι μουσική απο τον τοπο μας, για τον τόπο μας.
Και αφού κατακρίνουμε διαφορους μουσικοκριτικούς και μουσικολόγους, ας μην μπαίνουμε στην διαδικασία να χαρακτηρίζουμε το ρεμπέτικο σαν καλλιτεχνικό ρεύμα που πέθανε πριν προλάβει να αφήσει την στάμπα του στον κόσμο.To ρεμπέτικο(κατα τη γνώμη μου) αποτελεί μια μεμονωμένη μορφή έκφρασης ανθρωπων με κοινα βιώματα.Οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν σκοπό να μεταδώσουν κάποια παράδοση η να δημιουργήσουν σχολή η καλλιτεχνικό ρευμα.Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι πέθαναν και μαζί τους και το ρεμπέτικο.Θα ήταν αστείο να προσπαθήσουμε να γράψουμε σε ρεμπέτικο ύφος σήμερα(με κάποιες εξαιρέσεις)
Τέλος:κάποιος ανέφερε οτι ο Τσιτσάνης παραδέχτηκε οτι δανείστηκε Ινδικούς σκοπούς.Αυτό δεν υσχύει.Ο ίδιος πολύ συχνά βαλόταν προς "μουσικοκάπηλους" που έγραφαν με επιρροές Ινδοαραβικές όπως τις ονόμαζε(πχ Ζιγκουάλα).
Αν μιλάμε για "δανεισμούς" ας κοιτάξουμε συνθέτες όπως Χατζιδάκις και θα βρούμε πολλούς απο το δυτικό ρεπερτόριο.
(πολλά λέω, σόρρυ)
Alex,
καλωσόρισες.
Μη ζητάς συγγνώμη, πες όσα θες ελεύθερα κι εμείς αυτό κάνουμε.
Φυσικά και να το διασώσουμε και σε όσους αρέσει να το διαδίδουν, δεν έχει κανείς αντίρρηση επ' αυτού. Όπως επίσης δε είπαμε ότι δεν επηρρέασε καθόλου, όχι όμως όσο νομίζουμε. Και πως να το κάνουμε, υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές. Λέμε ότι στην πορεία κάπου χάσαμε το μέτρο με το πως το βλέπουμε και το αντιμετωπίζουμε. Λέμε ότι υπάρχει έλλειψη σοβαρής μελέτης από πραγματικά ειδικούς στο αντικείμενο.
Όλα τα μουσικά είδη έχουν πάνω-κάτω τη θέση που τους αξίζουν και τα ελληνικά και τα ξένα. Η βυζαντινή σημειογραφία εξυπηρετεί τις ανάγκες τις βυζαντινής μουσικής, η δυτική τις ανάγκες της δυτικής. Κι εκεί τελειώνει το πράγμα. Πραγματικά είναι αδύνατον να μεταγράψει κανείς πχ μια συμφωνία του Μπετόβεν με βυζαντινή σημειογραφία, όπως και είναι αδύνατον να μεταγράψει κανείς με δυτική σημειογραφία ένα βυζαντινό ύμνο. Επίσης όταν μιλάμε για δυτική σημειογραφία καλό είναι να έχουμε στο νου μας ότι είναι κάτι το τελείως ανοιχτό και συνεχώς μεταβαλλόμενο. Αν ο Μπετόβεν έβλεπε μια παρτιτούρα με σύγχρονη δυτική σημειογραφία δε θα μπορούσε να τη διαβάσει. Το θέμα της σημειογραφίας είναι πολύ μεγάλο, το έχουμε θίξει αρκετές φορές στο παρελθόν και ο μάγειρας ετοιμάζει κι άλλες αναρτήσεις για αυτό. Αλλά το να λέει κανείς ότι η βυζαντινή σημειογραφία είναι πιο λεπτομερής από τη δυτική ή το ανάποδο είναι άκυρο.
Το θέμα της δεξιοτεχνίας των εκτελεστών είναι κάπως ανεξάρτητο από την επιρροή που έχει ασκήσει κάθε μουσικό είδος.
Το ότι το ρεμπέτικο πέθανε δεν είναι κάτι που επιδέχεται αμφισβήτησης, αν σε παρηγορεί αυτό και ο Μπετόβεν έχει πεθάνει αλλά ακόμα τον ακούμε. Οι επιρροές πάντως του ρεμπέτικου σε άλλα μουσικά είδη του ελληνικού χώρου που ακολούθησαν χρονικά είναι υπό εξέταση. Κι εκεί έχουμε την τάση να υπερβάλλουμε. Το θέμα δεν είναι αν κάποιος έχει (ή δεν έχει) συγκεκριμένο σκοπό όταν κάνει κάτι, κρίνουμε εκ του αποτελέσματος.
Το ότι οι συνθέτες του ρεμπέτικου ή άλλων ειδών μπορεί να επηρρεάστηκαν από άλλες μουσικές ισχύει πάνω-κάτω στον ίδιο βαθμό που οι μουσικές τους μπορεί να επηρρέασαν άλλους.
Κάτι ακόμα επειδή αναφερθήκαμε στη Βυζαντινή μουσική.
Στην προσπάθεια κάποιων να εφεύρουν την αδιάσπαστη μέσα στους αιώνες συνέχεια του ενδόξου ημών γένους το ρεμπέτικο συνδέεται με τη Βυζαντινή μουσική και δημοτικό τραγούδι.
Δυο παρατηρήσεις που θα πρέπει να μας κάνουν τουλάχιστον να κοντοσταθούμε και να σκεφτούμε λίγο πιο κριτικά κάτι τέτοια ένδοξα:
α. Ο Βαμβακάρης ήταν καθολικός, μάλλον δεν είχε πατήσει ποτέ ποδάρι σε ορθόδοξη εκκλησία για να επηρεαστεί κιόλας από τη Βυζαντινή μουσική.
β. (σε αυτό ίσως μπορέσει να μας διαφωτίσει καλύτερα ο μάγειρας όταν ευκαιρήσει, εγώ το δήλωσα από την αρχή πως δεν έχω ασχοληθεί ιδιαίτερα για να γνωρίζω τέτοιες λεπτομέρειες, για αυτό και δεν απάντησα στον JustAnotherGoneOff, δε γνωρίζω, δεν το βρίσκω διόλου απίθανο, αλλά δε γνωρίζω). Θυμάμαι πάντως κάπου να έχει πάρει το μάτι μου μια φράση του Τσιτσάνη ότι δεν τον ένοιαζε το δημοτικό τραγούδι, τον ενδιέφερε μόνο η μουσική που είχε μέσα του.
πολυ σωστά τα λες. Κάνα δυό σχόλια:
Μιλώντας για τις μουσικές ρίζες του ρεμπέτικου θα πρέπει να κοιτάξουμε την μουσική της ανατολικής μεσογείου δηλαδή αραβική, τούρκικη και βυζαντινή.Εξετάζοντας τις ρίζες τους θα εκπλαγούμε για το πόσα κοινά έχουν.Ο Βαμβακάρης μπορεί να μην άκουσε ποτέ Hxo πλάγιο Β αλλα άκουσε τον δρόμο Χιτζασκιάρ που είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι κοινές ρίζες στα 3 μουσικά συστήματα είναι γεγονός και το ρεμπέτικο δεν θα μπορούσε μουσικά να στηριχθεί κάπου αλλού.
Οσον αφορά την ακρίβεια της βυζαντινής γραφής να εξηγήσω τι ακριβώς εννοώ:Ας πάρουμε ένα κουρτέτο εγχόρδων του Σούμπερτ(η οποιουδήποτε συνθέτη απο early Haydn μεχρι late Brahms)Η κάθε νότα στα 4 όργανα (εκτώς των ανοικτών χορδών) μεταβάλλεται σε τονικό ύψος προκειμένου να προσαρμοστεί στο αρμονικό περιβάλλον.Καμία νότα δηλαδή δεν έχει καθορισμένο τονικό ύψος.Οχι μόνο αρμονικά αλλα και μελωδικά οι νότες μεταβάλλονται.Ποιός βιολονίστας δεν θα έπαιζε "στενό" προσαγωγέα προς τονική απο ένστικτο;Αυτοί οι διαχωρισμοί όμως παραβλέπονται απο την δυτική σημειογραφεία αφού το όλο σύστημα έχει βασιστεί στο καλοσυγκερασμένο πιάνο.Η βυζαντινή απο την άλλη διευκρινίζει περισσότερο τις έλξεις και γενικότερα το φυσικό μέρος των μελωδιών.
Τέλος, περι έρευνας:Κάποιος αρχαιολόγος μου είπε οτι ο ποιό βέβαιος τρόπος να προκαλέσουμε ζημιά στα αρχαία μας είναι να κάνουμε ανακαφή.Μήπως το ίδιο συμβαίνει και με την μουσική μας;το ρεμπέτικο είναι ζωντανό σε κάτι κουτουκάκια και σαλονάκια σπιτιών(αυτά στο Μέγαρο δεν τα σχολιάζω). Τι καλό θα μπορούσε να φέρει μουσικολογική ερευνα πέρα απο το να βαλσαμώσει την μουσική αυτή;Δεν είμαστε museum curators θέλουμε απλά, περισσότερο σαν ερασιτέχνες να γρατζουνίσουμε 5 νότες με καλή παρέα.
Τελικά όπου και να είναι οι ρίζες του ρεμπέτικου θεωρώ οτι ο τρόπος που αναπτύχθηκε στην χώρα μας είναι αντιπροσωπευτικός για τον Ελληνισμό.Το άλλο καλό παράδειγμα είναι ο Καραγκιόζης. Θέατρο σκιών που έφτασε στην χώρα μας απο κάπου στην ανατολή και έπειτα ανθίζει σε κάτι τόσο διαφοροποιημένο και....Ελληνικό.Το παραλάβαμε απο τους Τούρκους σαν ένα θέαμα για ενήλικους, με βρομωλογα και άλλα τέτοια και το μετατρέψαμε σε μιά μορφή τέχνης με στόμα και άποψη(για την εποχή του πάντα).
To ouest
απαρέμφατο;
Συγνώμη για την καθυστέρηση, αλλά σχεδόν με απαγάγανε προκειμένου να ετοιμάσω το μενού σε μια πολύ σημαντική πριβέ δεξίωση. Κρίμα που σε αυτές τις περιπτώσεις υπογράφω συμβόλαιο σιωπής· θα ήθελα πολύ να σας πω για ποιους μαγείρεψα.
Λοιπόν, πάμε στα δικά μας
@saetiger
Ανέβασα ένα αριστούργημα για να μερακλωθείς. Ρίξε και καμιά γυροβολιά για πάρτη μου.
@Ulixes
Το ότι οι Κορεάτες τραγουδούσαν του Ύμνο της Χαράς δε λέει κάτι για την καλλιέργειά τους. Στις Ν. Κορέα, Ιαπωνία και Χονγκ Κονγκ ο ΎτΧ έχει συνδεθεί αποκλειστικά με τις στιγμές επιτυχίας και καταξίωσης. Όπως είναι περίπου ο Μεσσίας του Χαίντελ στην Αγγλία. Η κατανάλωση του ΎτΧ έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όρια του κιτς. Είχα διαβάσει κάποτε μια μονογραφία για την 9η του Μπετόβεν από τον Νίκολας Τιλ, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Το τελευταίο κεφάλαιο μιλούσε για την κατανάλωση της 9ης. Μιλούσε μεταξύ άλλων για το τι συμβαίνει στις χώρες της Άπω Ανατολής και είχε απόσπασμα ενός βιβλίου, στο οποίο περιέγραφε το όνειρο ενός νεαρού φιλόδοξου κατοίκου του Χονγκ Κονγκ. Ο εν λόγω, ονειρευόταν πως καθόταν στο πίσω κάθισμα μιας λιμουζίνας, έπινε σαμπάνια και άκουγε την 9η.
@Alex
Σχετικά με τις επιρροές: Είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο θέμα. Κατ' αρχήν είναι γνωστό πως η ανατολική λεκάνη της Μεσογείου και οι Αραβικές χώρες μοιράζονται κάποια στοιχεία (κλίμακες, δρόμους, μικροδιαστήματα κτλ). Όμως δεν υπάρχουν ακόμη από όσο γνωρίζω κάποια τελικά συμπεράσματα. Από την αρχαία ελληνική μουσική δε σώζονται αρκετά αποσπάσματα ώστε να μπορούμε να πούμε με σιγουριά κάτι. Η βυζαντινή υμνογραφία ξεκίνησε από τη Συρία τον 3ο αιώνα μΧ, αν δεν απατώμαι (για την ημερομηνία, για τη χώρα προέλευσης είμαι σίγουρος). Η σημασία των βυζαντινών νευμάτων άλλαξε πάρα πολύ ανά τους αιώνες. Τον 18ο-19ο αιώνα ξεκίνησαν οι μεταγραφές και αναθεωρήθηκε το θεωρητικό μέρος. Οι ονομασίες αλλάξαν εσκεμμένα, ώστε να ταιριάζουν με την θεωρία της αρχαίας ελληνικής μουσικής - αυτό παρεπιπτόντως έχει γίνει και αλλού και δε δείχνει τίποτα περισσότερο από ευσεβή πόθο. Σε αυτά που έγραψε ο rowlf έχει δίκιο.Ο Βαμβακάρης ήταν καθολικός, είναι γνωστό πως έπαιζε περισσότερο έχοντας γνώση των δρόμων. Ο Τσιτσάνης έδωσε μεγαλύτερο βάρος στην αρμονία, οπότε έκτοτε χαθήκαν οι έλξεις και τα μικροδιαστήματα. Από την άλλη, η Συννεφιασμένη Κυριακή στηρίζεται μελωδικά στο Τη Υπερμάχω. Δεν αμφισβητούμε πως ενδεχομένως να υπάρχουν κάποιες συγγένειες. το πιθανότερο είναι πως υπάρχουν. Αλλά το να λέμε άκριτα πως το ρεμπέτικο είναι η συνέχεια της βυζαντινής και της αρχαιοελληνικής μουσικής είναι απλώς χαζομάρα. Θεωρώ πιθανότερο οι επιρροές να προέρχονται από τις λαϊκές μουσικές των εθνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και εκεί θα έπρεπε να επικεντρωθεί η έρευνα.
Γενικά:
Με τη συγκεκριμένη ανάρτηση θέλαμε να διαλύσουμε τους μύθους που συνοδεύουν τη ρεμπέτικη μουσική. Όπως είδατε, δεν αρνηθήκαμε πως στο ρεμπέτικο υπάρχει ποιότητα, απλώς θέλαμε να φανεί μέσα σε ποια μέτρα βρίσκεται αυτή η ποιότητα. Το ρεμπέτικο είναι μέρος της νεώτερης ιστορίας μας. Ο τρόπος που το αντιμετωπίζουμε είναι αντίστοιχος με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε αυτήν και την εικόνα μας.
Γεια σου, Σεφ, με τα γιουβαρλάκια σου. Γιατί οι ρεμπέτες είχαν φτάσει στο δυτικότερο σημείο του δυτικού πολιτισμού από το '30. Μόνο που τους τα πήρανε στα ζάρια και μείνανε ρέστοι στο τέλος.
Άντε και στο Φεγγάρι να παίξουμε Τσιτσάνη μια των ημερών!
Έγραψε παραπάνω ο μάγειρας:
Ο εν λόγω, ονειρευόταν πως καθόταν στο πίσω κάθισμα μιας λιμουζίνας, έπινε σαμπάνια και άκουγε την 9η.
…πως λέμε και άκουγε Βασίλη Καρρά
"Κι άμα γουστάρω μουσική, την πέφτω στο κρεβάτι,/ εγώ κι ο παίδαρος εκεί ακούμε την 9η" που τραγούδησε η αθάνατη Ρίτα Σακελλαρίου.
@saetiger
LoL. 8eiko
Το αρθρο σου φίλε είναι τουλάχιστον κομπλεξικό αλλά αν απο όλα τα σκατά που κυκλοφορούν στην Ελλάδα και τρωμε όλοι μας στην μουρη σε πείραξε τοσο πολυ το Ρεμπέτικο πιστευω οτι θα επρεπε να καταπιαστεις με χιλια δυο αλλα πρωτου να το πιασεις στο στομα σου.Και αν μερικοί και καλά (ειδήμονες) του Ρεμπέτικου το χαρακτηριζουν ως Ελληνική Τζαζ δεν σημαίνει οτι ο κόσμος του ρεμπέτικου συμφωνεί με αυτην την αποψη,οταν θα γραφεις κατι να το ψαχνεις πιο πολύ και ξεκόλλα τα μυαλά σου.Δεν εισαι αξιος να πιανεις το ρεμπέτικο στο στομα σου..........
Δημοσίευση σχολίου